Ο Ήλιος της Βεργίνας (αλλιώς “Αστέρι της Βεργίνας”) είναι ένα σύμβολο που χρησιμοποιήθηκε ευρέως από τους Αρχαίους Έλληνες.
Αν και ο Ήλιος της Βεργίνας είναι ένα σύμβολο Πανελλήνιο, έγινε διάσημος λόγω των Μακεδόνων, οι οποίοι το χρησιμοποιούν ως σύμβολο της δυναστείας Αργεαδών στο Βασίλειο της Μακεδονίας.
Ο τυπικός Ήλιος της Βεργίνας, αποτελείται απο 16 ακτίνες : οι 4 ακτίνες αντιπροσωπεύουν τα 4 στοιχεία της φύσης, ΓΗ – ΘΑΛΑΣΣΑ – ΦΩΤΙΑ – ΑΕΡΑΣ και οι υπόλοιπες 12 ακτίνες αντιπροσωπεύουν τους 12 Θεούς του Ολύμπου.
Ο Ήλιος της Βεργίνας, κατά κυριότητα συμβολίζει κάτι το παρθένο. Γι’αυτό και συνήθως βλέπουμε το αρχαίο αυτό Ελληνικό σύμβολο, στην παρθένο θεά Αθηνά.
Σε αρκετές άλλες περιπτώσεις, μπορεί να ταυτοποιηθεί και με τον θεό Απόλλωνα. Η σημασία του συμβόλου δεν έχει αποσαφηνιστεί πλήρως. Πιθανότερη Εκδοχή είναι πως ήταν το αστρικό θρησκευτικό σύμβολο των Ελλήνων Μακεδόνων το οποίο κοσμούσε τις ασπίδες τους και τα νομίσματα της εποχής.
Οι Πυθαγόρειοι ορκίζονταν στην ΤΕΤΡΑΚΤΥΣ.
ΤΕΤΡΑΚΤΥΣ, σημαίνει τέσσερις άκρες, δηλαδή ο ισοσκελής σταυρός. Με τον συμβολισμό της ΤΕΤΡΑΚΤΥΟΣ, οι Πυθαγόρειοι κωδικοποίησαν τις γνώσεις και τις απόψεις τους, για τις αντιλήψεις τους περί Σύμπαντος και Κόσμου. Όπως λέει ο όρκος, υπάρχουν κάποια «ριζώματα», τα οποία αποτελούν (την ρίζα) την πηγή της Φύσεως.
Αυτά είναι τα 4 στοιχεία από τα οποία -κατά τους Έλληνες -αποτελείται το Σύμπαν. Αυτά είναι: ΠΥΡ, ΑΗΡ, ΩΚΕΑΝΟΣ, ΓΑΙΑ. Σε κάθε μία από τις τέσσερις άκρες του σταυρού, τοποθετείται ιεραρχικά και από ένα στοιχείο.
Με τον κάθετο άξονα του σταυρού (ΠΥΡ – ΓΑΙΑ) χωρίζουμε τους ΑΡΡΕΝΕΣ θεούς από τις ΘΗΛΕΙΕΣ Θεές. Με τον οριζόντιο άξονα (ΑΗΡ – ΩΚΕΑΝΟΣ) χωρίζουμε θεούς ανάλογα με ΕΠΟΥΡΑΝΙΑ και ΓΗΙΝΗ δράση.
Κατόπιν, σε κάθε τεταρτημόριο, χαράζουμε 3 ακτίνες μία για κάθε Θεό αναλόγως με το που ανήκει. Καταλήγουμε έτσι, με 12 ακτίνες για τους θεούς και 4 για τα ριζώματα. Συνολικά 16 ακτίνες οπότε προκύπτει ο γνωστός 16άκτινος ήλιος .
Αυτό το «σχήμα» όλο, περιβάλλεται κυκλικά από τον ΑΙΘΕΡΑ ο οποίος είναι το 5ο ρίζωμα ή 5ο σώμα, το “κυκλικό” όπως το ονόμαζαν ή ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ.