Περνώντας μέσα από καμένα σπίτια και δέντρα ενός καλοκαιρινού θέρετρου που πριν από λίγες μέρες έδινε μόνο χαρά, εύλογες είναι οι απορίες.
«Έγινε αυτό που ποτέ δεν θέλαμε να πιστέψουμε ότι θα γίνει. Χρόνια τώρα αντιμετωπίζουμε πυρκαγιές στην ευρύτερη περιοχή, όμως η φωτιά ερχόταν πάντα παράλληλα, ποτέ δεν πέρναγε την Μαραθώνος. Αυτό που έγινε είναι στην ουσία το χρονικό ενός προαναγγελθέντος ατυχήματος, αυτό πιστεύω. Από το 1986 καίγεται η περιοχή, η Νέα Μάκρη, ο Βουτζάς, κάποια στιγμή οι κατασκηνώσεις του Αγίου Ανδρέα, το Πανόραμα Ραφήνας… Όλες αυτές οι φωτιές ήταν τέσσερα πέντε χιλιόμετρα μακριά. Αναρωτιόμασταν όλοι πώς γίνεται να μην έχει συμβεί κάτι εδώ;» μας εξηγεί ο κύριος Κωνσταντινίδης.
"Κάποια στιγμή αποπειράθηκα να βγω, όμως τα τρία μου σκυλιά που τρόμαξαν με σταμάτησαν. Δεν έβγαιναν με τίποτα, οπότε αποφάσισα να μείνω μαζί τους"
Κανείς βέβαια δεν μπορούσε να πιστέψει ότι θα έφτανε η φωτιά τόσο χαμηλά κι άνθρωποι θα καίγονταν με βίαιο τρόπο λίγα μέτρα από τη θάλασσα. Όμως ο κύριος Κωνσταντινίδης, που γνωρίζει καλά την περιοχή, λέει: «Κοιτάξτε, αν η φωτιά περάσει την Μαραθώνος, μετά όλη η περιοχή κινδυνεύει. Οι δρόμοι είναι στενοί, υπάρχουν πολλά δέντρα, πεύκα που πιάνουν φωτιά πολύ γρήγορα, οπότε η καταστροφή είναι σίγουρη. Φυσικά δεν υπήρξε σχεδιασμός. Πιστεύω ότι θα μπορούσε να ανακοπεί η φωτιά, αν είχαν στηθεί μια δυο γραμμές πυρασφάλειας. Έχω δει και άλλες φωτιές στο παρελθόν, οπότε σίγουρα υπήρξαν παραλείψεις, λάθος συντονισμός, αλλά η αλήθεια είναι ότι ήταν σκόπιμο όλο αυτό. Γιατί όταν πιάνει ταυτόχρονα φωτιά στην Κινέττα και στο Μάτι που είναι αντίθετες περιοχές, διασπάται το πυροσβεστικό μέτωπο. Η περιοχή στο μεγαλύτερο μέρος της είναι εκτός σχεδίου, αυτό είναι γνωστό. Οi ξένοι έχουν ενδιαφέρον να αγοράσουν εδώ σπίτια. Νομίζω ότι θα δούμε πολλά στο μέλλον, θα γίνουν πιο νόμιμες οι διαδικασίες οικοδόμησης, θα πέσουν οι τιμές...Τέλος, τα περισσότερα σπίτια είναι εκτός σχεδίου, ειδικά όσα είναι κοντά στη θάλασσα. Οι ιδιοκτήτες τους για να χτίσουν έκοψαν πενήντα με εξήντα δέντρα ο καθένας, αυτά λοιπόν τα δεντράκια πήραν την εκδίκησή τους με έναν τρόπο για τα αδέρφια τους που είχαν κοπεί πριν από τριάντα χρόνια».
Οι κάτοικοι αλλά και οι τουρίστες, άνθρωποι ανυποψίαστοι που απλώς έκαναν διακοπές, πέρασαν μαρτυρικές στιγμές. «Εγώ ήμουν στο σπίτι κι ενημερωνόμουν για το τι συμβαίνει από την τηλεόραση», αφηγείται συγκλονισμένος ο κύριος Κωνσταντινίδης. «Μετά από τις πέντε άρχισε να μυρίζει καπνός. Κάποια στιγμή κόπηκε το ρεύμα, οπότε κατάλαβα ότι η φωτιά έρχεται πολύ κοντά. Κοίταξα έξω για να υπολογίσω την κατάσταση, είδα τον δρόμο φρακαρισμένο. Πρώτη φορά έβλεπα τόσα αυτοκίνητα έξω από το σπίτι, τα παιδιά φώναζαν, οι άνθρωποι προσπαθούσαν να δράσουν, έδιναν ο ένας στον άλλον εντολές. Σκέφτηκα να μην βγω από το σπίτι και να δείξω εμπιστοσύνη στα κουφώματα και στα αλουμίνια.
"Άκουγα ουρλιαχτά, εκρήξεις, άκουγα τον σπαραγμό, αλλά δεν μπορούσα να φανταστώ το μέγεθος της καταστροφής"
Κάποια στιγμή αποπειράθηκα να βγω, όμως τα τρία μου σκυλιά που τρόμαξαν με σταμάτησαν. Δεν έβγαιναν με τίποτα, οπότε αποφάσισα να μείνω μαζί τους. Έτσι πέρασαν δύο ώρες. Γύρω καίγονταν αυτοκίνητα, μαζί και το δικό μου. Όταν ο αέρας δυνάμωσε, ήταν σαν να ερχόταν ένα θερμικό κύμα πάνω στο σπίτι. Άρχισε να μπαίνει και καπνός, αλλά δεν με ενοχλούσε, γιατί ερχόταν απέξω. Το Μάτι είναι κατηφορικό, το θερμικό κύμα ερχόταν από πάνω και τα σπίτια που κάηκαν δεν κάηκαν από επίγεια φωτιά αλλά από αέρος. Δηλαδή οι διώροφες κατοικίες έχουν πιο πολλές ζημιές, ή κάηκαν ολοσχερώς. Βέβαια υπάρχουν και ισόγειες καμένες κατοικίες που είναι πιο παλιές, ή φτιαγμένες από ξύλο κι εύφλεκτα υλικά. Το δικό μου φτιάχτηκε το 2000, οπότε του έδειξα εμπιστοσύνη, κι έτσι σώθηκα. Όταν βγήκα έξω ήξερα ακριβώς πώς να φτάσω στην παραλία, γιατί ξέρω την περιοχή πολύ καλά.
«Εκεί γινόταν πανικός. Στον δρόμο, τα αυτοκίνητα είχαν λιώσει, ήταν πια ένα με την άσφαλτο. Είχαν αρχίσει να έρχονται τα πρώτα πλοιάρια, ακούγονταν παντού φωνές να καλούν σε βοήθεια από δέκα διαφορετικές μεριές, σε κάθε βράχο υπήρχαν άνθρωποι, παιδιά, γονείς, ηλικιωμένοι. Η τραγωδία είναι τα θύματα. Οι μισοί έφυγαν επειδή δεν ήξεραν πιθανόν καλά το μέρος κι έχασαν τον προσανατολισμό τους. Νόμιζαν δηλαδή ότι έβλεπαν την παραλία, αλλά βρέθηκαν σε μια άναρχη δόμηση με μάντρες, αδιέξοδα, ιδιωτικές παραλίες που πρέπει να περάσεις μέσα από σπίτια ή πολυκατοικίες κι έτσι έπεσαν σε μια παγίδα θανάτου. Οι άλλοι μισοί ήταν ηλικιωμένοι, που έχουν διάφορα προβλήματα και είναι πολύ δύσκολο να μετακινηθούν ακόμα και σε νορμάλ συνθήκες. Ήταν ίσως ταλαιπωρημένοι, άρρωστοι, μόνοι τους, οπότε δεν είχαν βοήθεια, ήταν κι η ώρα της μεσημεριανής σιέστας, οπότε δεν μπορούσαν να αντιδράσουν γρήγορα. Οι γείτονές μου κάηκαν και ακόμα δυο άτομα έξω από το σπίτι και άλλα άτομα από την άλλη μεριά. Σε ακτίνα πενήντα μέτρων πρέπει να έχουν καεί δέκα άτομα. Άκουγα ουρλιαχτά, εκρήξεις, άκουγα τον σπαραγμό, αλλά δεν μπορούσα να φανταστώ το μέγεθος της καταστροφής, δεν μπορούσα να το πιστέψω όλα αυτό που είδα μετά. Ξέρετε, ακόμα και το κλάμα σε τέτοιες στιγμές είναι μια ένδειξη ότι οι άνθρωποι είναι ζωντανοί, δεν σου έρχεται στο μυαλό το κακό, πάντα διατηρείς μια ελπίδα».
«Σήμερα πλέον το Μάτι μοιάζει με βομβαρδισμένη πόλη. Χωρίς ρεύμα, χωρίς νερό στα περισσότερες κατοικίες. Οι εθελοντές δείχνουν την αλληλεγγύη τους, περνούν συνεχώς από τα ελάχιστα σπίτια που δεν έχουν εγκαταλείψει οι ιδιόκτητές τους και ρωτούν με ενδιαφέρον, τους προμηθεύουν με νερό και είδη ανάγκης, φροντίζουν τα ζώα, κοινωνικά παντοπωλεία και κουζίνες έχουν στηθεί. «Οι πολίτες δείχνουν την ανθρωπιά τους. Παίρνουμε αγάπη, αυτό είναι πολύ συγκινητικό και παρήγορο».
Aκόμα το Μάτι δεν είναι μια περιοχή βιώσιμη. Όμως ο κυρίως Κωνσταντινίδης, όπως οι περισσότεροι μόνιμοι κάτοικοι, δεν θέλει να φύγει, ούτε σκέφτεται να μετακομίσει. «Εδώ μεγάλωσα, εδώ πέρασα τα παιδικά μου χρόνια. Εδώ παραθερίζαμε, εδώ περνούσα όλα τα Σαββατοκύριακα, τα χρόνια της αθωότητας, γι’ αυτό στα 25 μου αποφάσισα να μείνω εδώ μόνιμα. Πουθενά αλλού δεν νιώθω το ίδιο, εδώ έχω τη ζωή μου. Κάποια περίοδο έφυγα για το εξωτερικό, αλλά όταν γύρισα το μόνο μέρος που σκεφτόμουν ήταν το Μάτι. Προβλήματα είχαμε πάντα εδώ, είχαμε συχνά διακοπές νερού και ρεύματος, κυρίως τον χειμώνα. Τα τελευταία χρόνια όλο και λιγότερα, αλλά δεν έχει καν υπονόμους η περιοχή, οι σωλήνες νερού είναι από αμίαντο, όλα αυτά τα ξέρεις όταν έρχεσαι να μείνεις εδώ και προσαρμόζεσαι. Τώρα έγινε ακόμα λίγο πιο δύσκολο, έτσι θέλω να το βλέπω. Όλοι οι Ματιώτες λέμε το ίδιο: «ότι θα χτίσουμε το Μάτι από την αρχή και θα το κάνουμε ακόμα πιο όμορφο». Όσοι έχουν καταθέσει όχι μόνο τις οικονομίες αλλά και την ψυχή τους, έχουν πείσμα και θέληση. Δεν θα τα παρατήσουμε. Θα ξαναζωντανέψουμε την περιοχή».
Πηγή: Bovary