Το μέγεθος του ανθρώπινου εγκεφάλου είναι μέγιστο όταν φτάνουμε τα 20-25 μας χρόνια και στη συνέχεια αρχίζει να φθίνει. Έτσι, οι περισσότερες μακρινές αναμνήσεις μας αφορούν τις ηλικίες 15-25 ετών, ενώ όταν πια γίνουμε 40άρηδες, ο φλοιός του αρχίζει να συρρικνώνεται, οι νευρώνες του να ατροφούν και έτσι, εκεί γύρω στα 45 αρχίζει να χάνει τη δύναμή του.
«Αυτό δεν σημαίνει ότι από 'κει και πέρα αρχίζει αναπόφευκτα η αντίστροφη μέτρηση», σπεύδει να διευκρινίσει ο νευρολόγος Παναγιώτης Ζήκος, υπεύθυνος του Ιατρείου Νόσου Πάρκινσον στο 251 Γενικό Νοσοκομείο Αεροπορίας, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για τη Νόσο Αλτσχάιμερ (21 Σεπτεμβρίου). «Αντιθέτως, σημαίνουν πως αυτή είναι η πιο κατάλληλη στιγμή για να αρχίσουμε να λαμβάνουμε ορισμένα μέτρα τα οποία θα μειώσουν σημαντικά τις πιθανότητες εκδηλώσεως άνοιας», συμπληρώνει.
Αυτό είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητο, διότι η συνεχής παράταση του προσδόκιμου επιβίωσης έχει καταστήσει την άνοια μία από τις συχνότερες νευρολογικές παθήσεις. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση Νόσου Αλτσχάιμερ, το 2015 ζούσαν με άνοια 46,8 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο. Το 2016, εξάλλου, καταγράφηκαν περισσότερα από 9 εκατομμύρια νέα κρούσματα και οι θάνατοι εξαιτίας της ξεπέρασαν τα 2 εκατομμύρια, σύμφωνα με την παγκόσμια έρευνα για την υγεία Global Burden of Disease Study που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες ημέρες στο επιστημονικό έντυπο The Lancet. Στη χώρα μας υπολογίζεται ότι 200.000 άτομα έχουν άνοια, με τα τουλάχιστον 55-60% από αυτά να οφείλονται σε νόσο Αλτσχάιμερ.
Η άνοια είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και με άλλα νευρολογικά προβλήματα, όπως η νόσος του Πάρκινσον, με το 50-80% των πασχόντων από αυτήν να εκδηλώνουν τελικά άνοια.
«Το πρώτο σύμπτωμα της άνοιας λόγω νόσου Αλτσχάιμερ είναι η διαταραχή στην εγχάραξη νέων μνημονικών παραστάσεων και πληροφοριών, με αποτέλεσμα ο ασθενής να μη θυμάται τα πρόσφατα γεγονότα. Συχνά παρουσιάζεται επίσης διαταραχή στην αντίληψη του χώρου, του χρόνου και της εύρεσης λέξεων. Στους ασθενείς με Πάρκινσον, όμως, η άνοια συνήθως αρχίζει με διαταραχές στην κρίση (π.χ. ο ασθενής δυσκολεύεται να διαλέξει μεταξύ δύο πραγμάτων), στην αντίληψη του χώρου και στην ικανότητα συγκέντρωσης, ενώ αργότερα εκδηλώνoνται τα προβλήματα μνήμης», λέει ο Δρ Ζήκος.
Πολύ πριν εκδηλωθεί η άνοια, που συνήθως εμφανίζεται μετά τα 65 έτη, πολλοί άνθρωποι εκδηλώνουν ήπια νοητική διαταραχή (ή ήπια γνωστική έκπτωση), που μερικές φορές αποτελεί πρόδρομη κατάστασή της.
«Οι πάσχοντες από αυτήν συνήθως είναι μεσήλικες, κυρίως 50άρηδες και 60άρηδες, που παραπονιούνται ότι δυσκολεύονται νοητικά (π.χ. ξεχνούν κάποια ραντεβού, δυσκολεύονται μερικές φορές να βρουν τη λέξη που θέλουν να πουν, δυσκολεύονται να κάνουν έναν προγραμματισμό κ.λπ.), χωρίς όμως να διαταράσσεται η καθημερινή λειτουργικότητα τους. Στο τουλάχιστον 12% των περιπτώσεων, η διαταραχή αυτή εξελίσσεται σε άνοια, ενώ ακόμα και σε άτομα με καθ’ όλα φυσιολογική νοητική λειτουργία ένα ποσοστό (περίπου 2%) παρουσιάζουν μεγαλώνοντας άνοια», εξηγεί.
Νοητική ενδυνάμωση
Δεδομένης της κατάστασης, η επιστημονική κοινότητα αναζητά εναγωνίως τρόπους για να καθυστερήσει ή και να αποτρέψει εντελώς την έκπτωση των νοητικών λειτουργιών. Τις τελευταίες δεκαετίες, το επιστημονικό ενδιαφέρον προσελκύει η νοητική ενδυνάμωση, δηλαδή οι μη φαρμακευτικοί τρόποι ενίσχυσης των νοητικών λειτουργιών, ούτως ώστε να σταθεροποιηθεί ή έστω να βελτιωθεί η γνωστική κατάσταση των ασθενών και να διαφυλαχθούν οι νοητικές λειτουργίες των υγιών.
«Σύμφωνα με τα αποτελέσματα διεθνών μελετών, η συμμετοχή νοητικώς υγιών ατόμων σε προγράμματα νοητικής ενδυνάμωσης μειώνει έως 46% την πιθανότητα ανάπτυξης νοητικής έκπτωσης και άνοιας στην μετέπειτα ζωή. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί έχει υπολογιστεί ότι αν μπορούσαμε να καθυστερήσουμε την έναρξη της άνοιας κατά 5 έτη, ο συνολικός αριθμός των πασχόντων από αυτήν θα μειωνόταν κατά 50%», λέει η νευροψυχολόγος Φαίη Ευθυμιοπούλου.
Γι’ αυτό τον λόγο συνιστάται διεθνώς νοητική ενδυνάμωση στα άτομα τρίτης ηλικίας που δεν έχουν ακόμα προβλήματα μνήμης, καθώς και στα άτομα με προγεροντική άνοια, ενώ απαραίτητη κρίνεται και για τους μεσήλικες οι οποίοι επειδή, ενδεχομένως, έχουν οικογενειακό ιστορικό θα ήθελαν να προστατεύσουν το μυαλό τους.
Οι απλούστερες μορφές νοητικές ενδυνάμωσης είναι τα σταυρόλεξα, τα παζλ, οι απομνημόνευση ιστοριών, η νοερή εκτέλεση των μαθηματικών πράξεων, και κάθε είδους κουΐζ και ασκήσεις που μπορεί κανείς να βρει στο διαδίκτυο. Ακόμα και η εκμάθηση ξένων γλωσσών ή μιας νέας τέχνης πιστεύεται ότι μπορεί να βοηθήσει, το ίδιο και παιχνίδια όπως το σκάκι και τα χαρτιά.
Αυτού του είδους οι μέθοδοι, αν και βοηθούν όταν εφαρμόζονται συνδυαστικά, «δύσκολα θα οδηγήσουν σε ορατή βελτίωση στο νοητικό σκέλος. Αντιθέτως, η νοητική ενδυνάμωση με ειδικό πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή (π.χ. mind care) το οποίο προσαρμόζεται στο νοητικό δυναμικό κάθε ατόμου και εκτελείται σε συνεργασία με ειδικούς, μπορεί να συμβάλλει στη βελτίωση των νοητικών λειτουργιών, η οποία μπορεί να διατηρηθεί επί 2-5 έτη», επισημαίνει η κυρία Ευθυμιοπούλου.
Με αυτό τον τρόπο «μπορεί να βελτιώσει τη νοητική υγεία των ασθενών και να βοηθήσει τα υγιή άτομα να προλάβουν την εμφάνιση άνοιας. Είναι ένα πρόγραμμα που μπορεί να το έχει το άτομο στον υπολογιστή ή στο τάμπλετ του και να εξασκείται, έχοντας πρόσβαση σε αυτό απ’ όπου κι αν βρίσκεται. Επιπλέον, οι περισσότεροι ασθενείς που το δοκίμασαν αναφέρουν ότι τους βοήθησε να καταπολεμήσουν σε μεγάλο βαθμό την απάθεια, την απόσυρση και την καταθλιπτική συμπτωματολογία τους, έγιναν πιο διαδραστικοί, βελτίωσαν την ψυχολογία τους και απέκτησαν ξανά την αυτονομία τους και τον έλεγχο του εαυτού τους μέσω της συνειδητής προσπάθειας που κατέβαλλαν», συνηγορεί ο Δρ Ζήκος.