Ο Δημήτρης Κουφοντίνας, με συνέντευξή του μέσα από τις φυλακές, απαντά στα όσα “αποκαλύπτει” η επιστολή του φερόμενου ως επικεφαλής της 17 Νοέμβρη, Αλέξανδρου Γιωτόπουλου, αρνούμενος ακόμα και να αναφέρει ολόκληρο το επώνυμό του.
Μιλά για ανηθικότητα, ενώ του επιστρέφει τους υπαινιγμούς για συνεργασία με τις αρχές. Στη συνέντευξη που παραχωρεί σε εφημερίδα μιλά για την εκδήλωση διαμαρτυρίας ενάντια στην επίσκεψη Ομπάμα στην Αθήνα, αλλά και για τη “νεοτρομοκρατία”.
Ο μοναδικός από τους κατηγορούμενους για την 17Ν, που ανέλαβε την πολιτική ευθύνη, μίλησε για την αντίδραση των κρατουμένων στην επίσκεψη Ομπάμα, στην Αθήνα. Όπως λέει ο ίδιος “Επειδή σαν σήμερα σας 15 Νοέμβρη 1973 ξεκινούσε η εξέγερση του Πολυτεχνείου με σύνθημα «έξω οι ΗΠΑ» και επειδή σήμερα διάλεξε προκλητικά να έρθει ο Ομπάμα, εδώ στον Κορυδαλλό οι πολιτικοί κρατούμενοι κρατάμε το μεσημέρι ανοιχτό το προαύλιο, συμμετέχοντας συμβολικά κι εμείς στις αντιαμερικανικές εκδηλώσεις. Αυτό κάνουμε τώρα. (σ.σ. Ο Ομπάμα) φέρνει «μεταρρυθμίσεις», που θα πει μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις, ομαδικές απολύσεις κ.λπ. Έρχεται να πουλήσει αεροπλάνα, να βάλει πιο βαθιά τη χώρα στους πολεμικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ, να βάλει ταφόπλακα στο Κυπριακό. Ναι, πραγματικά, κάποιοι θυμήθηκαν όψιμα το «οι Αμερικανοί είναι φίλοι μας» και απαγορεύουν τις διαδηλώσεις εναντίον τους”.
Όσο για την πρόσφατη επιστολή του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου, που άνοιξε νέα έρευνα από πλευράς αντιτρομοκρατικής, ο Δημήτρης Κουφοντίνας αναφέρει: “Τι να πω; Θλίψη και αηδία προκαλεί. Είχε δίκιο εκείνος ο παλιός κομμουνιστής που έλεγε ότι ο κατήφορος δεν έχει πάτο. Και στην επόμενη επιστολή ποιος ξέρει τι άλλο θα επινοήσει. Σενάρια, που ταυτίζονται όμως με τις τερατουργίες που εξέβραζαν οι οχετοί από τα υπόγεια δυσωδών υπηρεσιών. Αλλά σύμφωνα με την ηθική του κυρίου Γ, αν τυχόν υπήρχαν στα σπίτια της οργάνωσης στοιχεία γι’ αυτούς τους φανταστικούς και μυστηριώδεις «οκτώ», αυτοί θα έπρεπε να συλληφθούν γιατί έτσι θα αδυνάτιζαν οι κατηγορίες εναντίον του. Ανατριχιαστικό. Είναι η ηθική «κρεμάστε τον αδερφό μου γιατί ζαλίζομαι».
Όταν ο κύριος Γ κατασκεύαζε αυτά τα μυθεύματα, ήξερε καλά τι έκανε. Θα ήταν ανόητος αν περίμενε ότι η αστυνομία δεν θα χρησιμοποιούσε αυτή την ευκαιρία. Έτσι, η Αντιτρομοκρατική πήρε τη σκυτάλη, ξανάρχισε τη φάμπρικα των διαρροών, αναμοχλεύει έωλες ιστορίες και ξαναστήνει σαθρές κατασκευές που έχουν ξεκαθαρίσει και καταρρεύσει από παλιά, εμπλέκει ανθρώπους που έχει ταλαιπωρήσει και στο παρελθόν, αναστατώνει οικογένειες και ζωές. Όμως αυτή η συντονισμένη επιχείρηση επαναφοράς του κλίματος τρομοϋστερίας δεν θα περάσει."
Σε ότι έχει να κάνει με τις άδειες που δεν παίρνει, ενώ δικαιούται εδώ και 5 χρόνια, δηλώνει: “Είναι φανερό ότι υπάρχει ένα καθεστώς ειδικής αντιμετώπισης. Αν όμως εγώ συζητάω δημόσια το ζήτημα της άδειας στους πολιτικούς κρατούμενους, είναι επειδή νομίζω ότι ενδιαφέρει ευρύτερα την κοινωνία για δύο κυρίως λόγους. Πρώτα, γιατί η άλλη όψη του νομίσματος της μνημονιακής οικονομικής καταστολής είναι η περιστολή των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Ένα από αυτά τα δικαιώματα που περιστέλλονται (και που δεν είναι παραχωρήσεις αλλά κατακτήσεις αγώνων) είναι και το ζήτημα της άδειας. Και δεύτερο, επειδή η κυβέρνηση αυτή που θέλει να λέγεται αριστερή θέτει ως απαραίτητη προϋπόθεση, σε ό,τι με αφορά, την αποκήρυξη των ιδεών μου. Ζητά να υπογράψω δήλωση μετάνοιας. Όμως αυτό το τίμημα δεν μπορώ να το καταβάλω. Είμαι πολύ μικρός για να διαπράξω τόσο τεράστια ατιμία απέναντι στην επαναστατική μνήμη. Θα ήταν δειλία, ποταπότητα να κηλιδώσω τη μικρή προσωπική μου ιστορία με μια τέτοια ταπεινή πράξη.”
Για τη “νεοτρομοκρατία”, ο Δημήτρης Κουφοντίνας, αναφέρει: "Όταν έκλεισε ο δικός μας κύκλος του αντάρτικου πόλης, είδαμε άλλους κύκλους να ανοίγουν, ενός νέου αντάρτικου, με χαρακτηριστικά διαφορετικά από τα δικά μας, πιο «μητροπολιτικά», πιο «κοινωνικά», με τις αναμενόμενες διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό του όσον αφορά τη στόχευση, το σχέδιο, την κοινωνική απεύθυνση. Όμως να ρωτήσω κι εγώ από τη μεριά μου, γιατί υπάρχει αυτή η «ελληνική εξαίρεση», αυτή η «δυναμική επιμονή», που δεν θα υπήρχε αν δεν έβρισκε κάποια κοινωνική αποδοχή; Έχω προσπαθήσει να απαντήσω: οφείλεται σε ιστορικούς λόγους, αλλά σχετίζεται και με τη σημερινή συγκυρία. Μήπως είναι κι αυτό ένα κομμάτι, μία από τις όψεις μιας κοινωνικής αντίστασης, γιατί «δεν υπάρχει ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη»;
Documento