Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2024 -

Τρομακτική ιστορία: Ο δολοφόνος που τιμωρούσε δολοφόνους



Με σλόγκαν ζωής «το να σκοτώνεις άλλους εγκληματίες είναι υπέροχο και μου δίνει ικανοποίηση», ο Πέδρο Ροδρίγκες Φίλιο είναι ένα από τα πιο περίεργα κράματα κατά συρροή τιμωρών που είδε ποτέ ο κόσμος.

Στα κιτάπια της Ιστορίας πέρασε βέβαια ως ένας από τους πλέον διαβόητους και παραγωγικούς serial killers της Βραζιλίας, υπάρχουν πάντως και πολλοί που τον είδαν ως έναν αυτόκλητο υπερασπιστή του καλού, που καταβυθίστηκε στην Κόλαση για να τιμωρήσει με τον ίδιο τρόπο τους φονιάδες.

Το δικό του σαφάρι ξεκίνησε εξάλλου από την τρυφερή ηλικία των 14 ετών, όταν ο «Πεδρίνο ο Ταυρομάχος», όπως έμεινε γνωστός, άρχισε τη δολοφονική του σταυροφορία που θα άφηνε πάνω από 70 θύματα.

Ακόμα και πριν έρθει εξάλλου στον κόσμο η ζωή του μόνο εύκολη δεν ήταν, καθώς ο πατέρας του ξυλοκοπούσε τόσο βάναυσα την εγκυμονούσα σύζυγό του που το παιδί γεννήθηκε με δυσμορφίες στο κρανίο. Μέχρι τα 18 του είχε σκοτώσει τουλάχιστον 10 ανθρώπους, περιλαμβανομένου και του αντιδημάρχου της πόλης που είχε απολύσει τον πατέρα του, έναν σχολικό φύλακα.

Και βέβαια όταν ο αιμοβόρος πατέρας σκότωσε τη μητέρα του, ο Φίλιο αναζήτησε την εκδίκησή του. Μπήκε στη φυλακή και τον σκότωσε, ξεριζώνοντας την καρδιά του και τρώγοντάς τη. Όταν τον έπιασαν το 1973 και τον έριξαν στα μπουντρούμια, όλοι πίστεψαν πως η παραγωγική του καριέρα θα έπαιρνε τέλος. Αλίμονο! Γιατί τώρα βρισκόταν σε ένα μέρος γεμάτο από φονιάδες και εγκληματίες, κι έτσι θα σκότωνε άλλους 47 ανθρώπους πίσω από τα κάγκελα.

Ο Πεδρίνο ο φονιάς βασάνιζε κάποιες φορές τα θύματά του πριν τα σκοτώσει, καθώς τα εγκλήματά του είχαν πάντα μέσα τους την έννοια της τιμωρίας. Ήταν μια προσωπική οδύσσεια να βγάλει από τη μέση τους κακούς αυτού του κόσμου, κι έτσι δεν έχανε τον καιρό του. Ούτε παρακολουθούσε τους στόχους του ούτε εγκληματική στρατηγική έστηνε.

Έβρισκε τα ονόματα και τις διευθύνσεις τους και τέλειωνε τη δουλειά στο άψε-σβήσε. Παρά το γεγονός ότι με τον πατέρα του πήρε τον χρόνο του για να ξεριζώσει την καρδιά του και να γευτεί ένα κομμάτι της, όχι βέβαια για προσωπική απόλαυση όπως άλλοι serial killers, αλλά για εκδίκηση.

Η δική του φονική σκανδάλη πατιόταν όταν άκουγε για ένα έγκλημα που γινόταν και έμενε ατιμώρητο. Καθώς ένιωθε διαχρονικά πως ατιμώρητος είχε μείνει και ο πατέρας του για την οικογενειακή βία και τη βάναυση κακοποίηση που υπέμενε η μητέρα του και ο ίδιος.

Κι έτσι, όπως ισχυρίστηκε η ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη, ένιωσε το αίσθημα της αδικίας να τον πνίγει όταν στα 13 του τσακώθηκε με τον ξάδερφό του και χωρίς να χάσει χρόνο έσπρωξε το παιδί σε μια πρέσα που λίγο έλειψε να του πάρει τη ζωή.

Λίγο μετά θα δολοφονούσε τον αντιδήμαρχο της κωμόπολης όπου ζούσαν γιατί έδιωξε τον πατέρα του από το σχολείο κατηγορώντας τον άδικα ενδεχομένως για μια κλοπή. Το έγκλημα ήταν εξόχως βάναυσο, καθώς η σορός του αντιδημάρχου βρέθηκε βαρύτατα κακοποιημένη και διαμελισμένη. Αργότερα θα έβρισκε με τις δικές του έρευνες τον αληθινό δράστη -ή έτσι πίστεψε τουλάχιστον-, έναν άλλο σχολικό φύλακα, δολοφονώντας τον κι αυτόν χωρίς δεύτερη σκέψη και με τον ίδιο εκδικητικό τρόπο.

Μέχρι τα 18 του, είχε εξοντώσει πολλούς ακόμα, όταν και τον συνέλαβαν (Μάιος του 1973). Στα θύματά του περιλαμβάνονταν και οι εφτά γκάγκστερς που είχαν δολοφονήσει την αρραβωνιαστικιά του, αλλά και ο σύντροφος της ξαδέλφης του που την είχε αφήσει έγκυο και αρνούνταν να την παντρευτεί.

Μόνο που όταν θα έμπαινε στη φυλακή, θα έβρισκε έναν νέο δολοφονικό παιδότοπο, καθώς περιστοιχιζόταν πια από φονιάδες, βιαστές και εγκληματίες καριέρας…

Πρώτα χρόνια

Ο Πέδρο Ροδρίγκες Φίλιο γεννιέται στις 17 Ιουνίου 1954 σε μια φάρμα της Σάντα Ρίτα, μιας κωμόπολης της νοτιοανατολικής Βραζιλίας. Το παιδί βγήκε από τη μητέρα του με σοβαρό τραύμα στο κεφάλι, αποτέλεσμα των συνεχών ξυλοδαρμών της εγκύου από τον βάναυσο σύζυγό της.

Ο μικρός Πέδρο, Πεδρίνο όπως τον φώναζαν, συνέχισε να υφίσταται την κακοποίηση και στα επόμενα χρόνια, κάτι που άφησε βαριά τη σκιά του στην προσωπικότητά του. Η αίσθηση του αβοήθητου και της ατιμωρησίας εγκαθιδρύθηκαν στον παιδικό ψυχισμό του. Το πρώτο δολοφονικό κάλεσμα το ένιωσε στα 13 του, όταν σε έναν παιδικό καυγά με ένα ξαδερφάκι του τον έσπρωξε θυμωμένος σε ένα πιεστήριο ζαχαροκάλαμων. Ο μικρός λίγο έλειψε να σκοτωθεί επιτόπου.

Την επόμενη χρονιά, στα 14 του πια, πυροβόλησε με καραμπίνα τον αντιδήμαρχο της Αλφένας, της πόλης όπου εργαζόταν ο πατέρας του ως σχολικός φύλακας, όταν ο πρώτος τον απέλυσε κατηγορώντας τον ότι έκλεβε φαγητό από την κουζίνα του σχολείου. Το έγκλημα χαρακτηρίστηκε ιδιαιτέρως ειδεχθές, καθώς το θύμα βρέθηκε βαρύτατα κακοποιημένο και ακρωτηριασμένο. Έτσι θα βρισκόταν σε λιγότερο από έναν μήνα κι ένας συνάδελφος του πατέρα του που ο μικρός θεώρησε πραγματικό δράστη των κλοπών φαγητού.

Για να καλύψει τα ίχνη του, ο πιτσιρίκος καταφεύγει στο Σάο Πάολο, όπου ζει πλέον στο περιθώριο και κλέβει για να επιβιώσει…

Ο παραγωγικός κατά συρροή τιμωρός

Σύντομα οι μικροκλοπές θα δώσουν τη θέση τους στις διαρρήξεις και ο Πέδρο είναι πια χωμένος στα κυκλώματα που λυμαίνονται την πόλη. Έχει ωστόσο πάντα τον ιδιαίτερο αυτό κώδικα ηθικής κι έτσι δεν θα αντισταθεί σε άλλο ένα φονικό, βγάζοντας από τη μέση έναν έμπορο ναρκωτικών.

Αυτή την περίοδο θα ερωτευτεί και μια κοπέλα, τη Μαρία Ολυμπία, την οποία θα αρραβωνιαστεί σύντομα κάνοντας όνειρα για δική του οικογένεια. Θα τον προλάβουν ωστόσο οι εξελίξεις, καθώς ο υπόκοσμος με τον οποίο συγχρωτίζεται θα τη βγάλει από τη μέση, δολοφονώντας τη με αποτρόπαιο τρόπο.

Εξοργισμένος από τον φόνο της αρραβωνιαστικιάς του, ο Πέδρο αναζήτησε εκδίκηση. Αυτός και η σπείρα του εισέβαλλαν σε γάμο της αντίπαλης συμμορίας και κατέσφαξαν τον αρχηγό και έξι μέλη, τραυματίζοντας δεκάδες ακόμα.

Λίγους μήνες αργότερα, ο Πέδρο μαθαίνει πως η αγαπημένη του ξαδέλφη έχει μείνει έγκυος, μόνο που ο σύντροφός της αρνείται να την παντρευτεί. Χωρίς να χάσει τον καιρό του, τον βρίσκει και τον πυροβολεί θανάσιμα.

Τότε ήταν που έφτασε στα αυτιά του η είδηση πως ο πατέρας του σκότωσε τελικά τη μητέρα του, πραγματώνοντας μια απειλή που άκουγε ο Πέδρο από μικρός. Την κατακρεούργησε με ένα μαχαίρι. Η εκδίκησή του δεν θα αργούσε να έρθει. Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, ο Φίλιο είδε τον πατέρα του στο επισκεπτήριο της φυλακής και τον μαχαίρωσε επιτόπου 22 φορές. Μετά ξερίζωσε την καρδιά του και γεύτηκε ένα κομμάτι της. Όταν τέλειωσε το επισκεπτήριο, κατάφερε να δραπετεύσει από τους φύλακες και επέστρεψε στο Σάο Πάολο.

Υπάρχει ωστόσο και μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας, όπου ο νεαρός κακοποιός φρόντισε να μπει στη φυλακή για ένα μικροέγκλημα, έχοντας πια όλο τον χρόνο που απαιτούνταν για να ξεμοναχιάσει τον πατέρα του και να εκτελέσει το εκδικητικό φονικό του.

Όπως κι αν έχει, ο Φίλιο συνέχισε την εγκληματική του δράση στο Σάο Πάολο, κλέβοντας για να ζήσει και σκοτώνοντας για να καθαρίσει τον τόπο από όσους θεωρούσε επικίνδυνους.

Δεν είναι σαφές πόσους δολοφόνησε όταν είπε να πάρει τον νόμο στα χέρια του, τα θύματά του πρέπει πάντως να ήταν δεκάδες. Η συνήθης μέθοδός του ήταν το μαχαίρωμα του ανθρώπου, καθώς δεν είχε πια προσωπικές σχέσεις με τα θύματα ώστε να καταφεύγει σε βασανιστήρια.

Συνελήφθη τελικά στις 24 Μαΐου 1973, κι αυτό για να αρχίσει μια δεύτερη εγκληματική καριέρα ήδη από τη στιγμή που έπεσε στα χέρια των διωκτικών αρχών…

Ο «Ζορό» της φυλακής και τα τελευταία χρόνια

Τη μέρα που τον έπιασαν, τον έβαλαν στο περιπολικό με έναν βιαστή, τον οποίο έπνιξε ο Πεδρίνο στο πίσω κάθισμα. Στα επόμενα 30 χρόνια που πέρασε στη φυλακή, συνέχισε το δολοφονικό του σαφάρι βγάζοντας από τη μέση 47 τροφίμους. Άλλους τους σκότωσε επειδή ήταν αμετανόητοι φονιάδες και άλλους γιατί ανήκαν σε αντίπαλες συμμορίες, καθώς το εγκληματικό παρελθόν του τον προλάβαινε.

Οι άλλοι κρατούμενοι τον εχθρεύονταν και του έστησαν αρκετές φορές καρτέρι θανάτου, μόνο που το αγρίμι ο «Ταυρομάχος» γλίτωνε πάντα. Τουλάχιστον τρεις τρόφιμοι δολοφονήθηκαν σε τέτοιες ενέδρες και πολλοί ακόμα τραυματίστηκαν σοβαρά.

Η φήμη που απέκτησε πίσω από τα κάγκελα ήταν πια τόσο διαβόητη που έλεγαν, ας πούμε, ότι είχε σκοτώσει ακόμα και τον συγκρατούμενό του στο κελί γιατί ροχάλιζε δυνατά. Ο ίδιος δήλωνε πάντως ατάραχος πως η συγκίνηση του να βγάζεις από τη μέση έναν δολοφόνο ήταν «υπέροχη και ικανοποιητική».

Τα επιβεβαιωμένα θύματά του ήταν 71 άνθρωποι, εκείνος κοκορευόταν πάντως για περισσότερους από 100. Παρά το γεγονός ότι είχε καταδικαστεί το 1973 σε κάθειρξη 128 ετών, το ποινικό σύστημα της Βραζιλίας απαγορεύει να περάσει κάποιος στη φυλακή περισσότερα από 30 χρόνια. Κι έτσι το 2003 ήταν να αποφυλακιστεί, το δικαστικό σώμα βρήκε ωστόσο το παραθυράκι του νόμου και τον καταδίκασε σε άλλα 400 χρόνια για τα εγκλήματα που είχε διαπράξει εντός της φυλακής.

Παρά ταύτα, αποφυλακίστηκε τελικά στις 24 Απριλίου 2007 και κατέφυγε στα βορειοανατολικά της χώρας. Εκεί πέρασε τα επόμενα τέσσερα χρόνια, κάτω από στενή παρακολούθηση από την αστυνομία, καθώς όλοι πόνταραν πως θα σκότωνε ξανά.

Στις 15 Σεπτεμβρίου 2011, τα τοπικά Μέσα της Σάντα Καταρίνα μετέδωσαν την είδηση της εκ νέου σύλληψής του. Ο Φίλιο ζούσε ως επιστάτης σε μια φάρμα κοντά στην ακτή και, σύμφωνα με τα τοπικά ειδησεογραφικά δίκτυα, θα επέστρεφε στη φυλακή ως ταραχοποιό στοιχείο!

Η επιστροφή του στη φυλακή είχε ενδεχομένως να κάνει με τους φόβους της πολιτείας ότι κυκλοφορούσε ελεύθερος και ανενόχλητος, καθώς δεν είχε μετανοήσει ποτέ για τα εγκλήματά του, ούτε είχε δείξει σημάδια κατανόησης ότι κανείς δεν πρέπει να παίρνει τον νόμο στα χέρια του.

Ο ίδιος παραδέχτηκε εξάλλου πως ο μόνος λόγος που ήθελε να βγει από τη «στενή» ήταν ο δεσμός που διατηρούσε με μια κοπέλα εκτός φυλακής. Επιστρέφοντας μάλιστα στο κελί, απασχόλησε για μια τελευταία φορά τα Μέσα της Βραζιλίας, καθώς τώρα υποσχόταν να βγάλει από τη μέση μερικούς ακόμα διαβόητους φονιάδες της χώρας και ειδικά τους serial killers που κρατούνταν στην ίδια φυλακή.

Η ερώτηση αν θα πρέπει τελικά να αποφυλακιστεί ή όχι συνεχίζει να απασχολεί τον βραζιλιάνικο δημόσιο λόγο. Κάποιοι λένε πως πρέπει να σαπίσει στη φυλακή, ενώ άλλοι διατείνονται πως οι δρόμοι είναι ασφαλέστεροι με κείνον ελεύθερο. Τα θύματά του ήταν άλλωστε βιαστές, φονιάδες, έμποροι ναρκωτικών και μερικοί διαβόητοι κατά συρροή δολοφόνοι.

Παρά το γεγονός μάλιστα ότι ο συνήθης τρόπος δράσης του ήταν το μαχαίρωμα του κακοποιού, κάποιους σαδιστές φονιάδες και όλους τους κατά συρροή δολοφόνους τους σκότωσε με τον τρόπο που είχαν επιλέξει οι ίδιοι να κατακρεουργούν τα θύματά τους. Όταν μάλιστα αυτό που όπλιζε το χέρι του δεν ήταν η απλή συγκίνηση του να σκοτώσει έναν δολοφόνο αλλά η οργή, τότε έπιανε τα θύματά του και τα βασάνιζε, αναγκάζοντάς τα να υποστούν τη φρίκη που οι ίδιοι είχαν ενσταλάξει στα δικά τους θύματα.

«Απόλυτα ψυχοπαθή» τον χαρακτήρισε η ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη, έναν παρανοϊκό άνθρωπο με ξεκάθαρη αντικοινωνική συμπεριφορά. Ομάδα ψυχιάτρων τον αποκάλεσε πάντως «κατά συρροή δολοφόνο-τιμωρό», αναγνωρίζοντάς του αυξημένη νοημοσύνη και κοινωνική ευαισθησία.

Το θέμα με την αποφυλάκισή του απασχόλησε και πάλι τη δικαιοσύνη και την κοινωνία της Βραζιλίας το 2017, όταν κυκλοφόρησαν οι φήμες πως είναι έτοιμος να αποφυλακιστεί για άλλη μια φορά. Είναι ξεκάθαρο ότι οι τίτλοι τέλους στην ιστορία του δεν έχουν πέσει ακόμα…