Περισσότεροι από 20.000 άνθρωποι συγκεντρώθηκαν την Κυριακή στη Στοκχόλμη στέλνοντας μήνυμα κατά της τρομοκρατίας, δύο ημέρες μετά την επίθεση με φορτηγό που στοίχισε την ζωή σε τέσσερις ανθρώπους και προκάλεσε τον τραυματισμό άλλων 15.
Ως προς την εξέλιξη της έρευνας, σουηδικά μέσα ενημέρωσης μεταδίδουν πως πως ο 39χρονος Ουζμπέκος που κρατείται ως ύποπτος για την επίθεση ονομάζεται Ραχμάτ Ακίλοφ και κρυβόταν από τις αρχές για να μην απελαθεί.
Σύμφωνα με τη δημοτική αρχή της Στοκχόλμης, περισσότεροι από 20.000 άνθρωποι συμμετείχαν στη συγκέντρωση.
Η «διαδήλωση υπέρ της αγάπης», μια πρωτοβουλία που ξεκίνησε μέσω του Facebook, πραγματοποιήθηκε λίγα μέτρα από το πολυκατάστημα όπου κατέληξε το φορτηγό αφού είχε πέσει πάνω στο πλήθος των πεζών στον πλέον πολυσύχναστο πεζόδρομο της πόλης της Παρασκευή το απόγευμα.
Ο Μίκαελ Μπέργκρεν, ένας 36χρονος Σουηδός από τη Στοκχόλμη, πήγε μαζί με τα δύο του παιδιά ηλικίας 3 και 1 ετών για στείλει το μήνυμα ότι πρέπει οι συμπατριώτες του να συνεχίσουν την καθημερινότητά τους κανονικά.
«Η επίθεση δεν θα αλλάξει τίποτα» δήλωσε σε δημοσιογράφο του Γαλλικού Πρακτορείου.
«Η Στοκχόλμη είναι η πόλη μας, μια πόλη για την οποία είμαστε υπερήφανοι, όπου μας αρέσει να ζούμε. Ο φόβος δεν πρέπει να κυριαρχήσει, η τρομοκρατία δεν πρέπει ποτέ να νικήσει» δήλωσε η δήμαρχος της Στοκχόλμης Κάριν Βάνγκαρντ, απευθυνόμενη στο πλήθος. Η ίδια εξήρε «μια πόλη ανοικτή σε όλους, που αγαπά τη δημοκρατία και την ανεκτικότητα».
Κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου, οι συμμετέχοντες τήρησαν ενός λεπτού σιγή στη μνήμη των θυμάτων.
«Δεν θα απαντήσουμε με τον φόβο, θα απαντήσουμε με την αγάπη» έγραφε ένα πανό που κρατούσε μια γυναίκα με μπούρκα.
Σύμφωνα με την αστυνομία της Σουηδίας, ο συλληφθείς σε σχέση με την επίθεση είναι ένας 39χρονος Ουζμπέκος που είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον για τις τζιχαντιστικές οργανώσεις, ενώ εκκρεμούσε σε βάρος του διαδικασία απέλασης.
Πολλά σουηδικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι ο ύποπτος ονομάζεται Ραχμάτ Ακίλοφ -επισήμως οι Αρχές δεν έχουν ανακοινώσει το όνομά του.
Συγκεκριμένα, ο 39χρονος, ο οποίος συνελήφθη λίγες ώρες μετά την επίθεση και έχει τεθεί υπό κράτηση, επρόκειτο να απελαθεί από τη Σουηδία μετά την απόρριψη τον περασμένο χρόνο του αιτήματος που είχε καταθέσει για την έκδοση άδειας διαμονής στην χώρα.
Το πρόσωπο αυτό είχε εκδηλώσει «ενδιαφέρον για εξτρεμιστικές οργανώσεις όπως η οργάνωση Ισλαμικό Κράτος» όπως δήλωσε επικεφαλής της αστυνομίας σε συνέντευξη Τύπου την Κυριακή.
Ο βασικός ύποπτος είχε αιτηθεί άδεια διαμονής από το 2014, όμως το Γραφείο Μετανάστευσης απέρριψε το αίτημά του τον Ιούνιο του 2016.
«Τον Δεκέμβριο του 2016, το Γραφείο Μετανάστευσης τον ενημέρωσε ότι είχε στη διάθεσή του τέσσερις εβδομάδες προκειμένου να εγκαταλείψει την χώρα. Τον Φεβρουάριο του 2017, η αστυνομία κλήθηκε προκειμένου να εκτελέσει την απόφαση καθώς ο αρχές δεν μπορούσαν να τον εντοπίσουν» διευκρίνισε ο Χίσινγκ.
Οι αρχές είχαν χάσει τα ίχνη του έως την επίθεση της Παρασκευής.
Οικείοι του επεσήμαναν σε σουηδικά μέσα ενημέρωσης ότι ο άνδρας, που ήταν πατέρας, δεν είχε παρουσιάσει ενδείξεις ότι είχε ριζοσπαστικοποιηθεί.
«Διασκέδαζε και έπινε» σύμφωνα με έναν γνωστό του.
Την ίδια ώρα η αστυνομία γνωστοποίησε ότι τα τέσσερα θύματα ήταν δύο Σουηδοί, ένας Βρετανός υπήκοος και ένας Βέλγος υπήκοος, συγκεκριμένα μια γυναίκα σύμφωνα με τον Βέλγο ΥΠΕΞ Ντιντιέ Ρέιντερς. Ένα κοριτσάκι 11 ετών από την Σουηδία έχασε την ζωή του, όπως έγινε γνωστό από τους οικείους της.
Μεταξύ των τραυματιών, οι 10, εννέα ενήλικες και ένα παιδί, παρέμειναν υπό νοσηλεία το πρωί της Κυριακής, ενώ οι τέσσερις εξ αυτών βρίσκονται σε κρίσιμη κατάσταση.