Στην 5η κατασκήνωση του Δήμου Μαραθώνα στον Άγιο Ανδρέα, σπιτάκια των 22 τετραγωνικών μέτρων έχουν μετατραπεί σε… αποθήκες ανθρώπων, που μεταφέρθηκαν εκεί τον πρώτο καιρό μετά τη συμφορά και έκτοτε εγκαταλείφθηκαν στη μοίρα τους.
Μέσα από τα λασπόνερα, η ταμπέλα που γράφει «τραπεζαρία» σ’ έναν κορμό δέντρου οδηγεί στο χώρο όπου καθημερινά μοιράζεται το συσσίτιο.
«Εδώ ζούμε 75 άνθρωποι, οι περισσότεροι οικογένειες με παιδιά, που έρχεται ένα δημοτικό λεωφορείο και τα μεταφέρει στο σχολείο. Δεν είμαστε ζητιάνοι, θέλουμε τα σπίτια μας, αλλά δεν βλέπουμε φως πουθενά», λέει στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής, η Εφη Μπομπόνη, άνεργη οικονομολόγος, που ζει σε ένα από τα σπιτάκια με τη μητέρα της και την κόρη της.
Όταν η κουβέντα έρχεται στις γιορτές, κλαίει απαρηγόρητη. «Είναι τα χειρότερα Χριστούγεννα της ζωής μου», επισημαίνει. Την ίδια ώρα περνούν από μπροστά μας τα κιβώτια με το φαγητό. Μακαρόνια με κιμά, για το μεσημέρι και για το βράδυ, σε μικρές παγωμένες μερίδες μέσα σε κεσεδάκια που θυμίζουν περισσότερο πρόχειρα καταλύματα μεταναστών και σε καμία περίπτωση τα θύματα μιας τραγωδίας σε οργανωμένη Πολιτεία.
Πόσω δε μάλλον ύστερα από πέντε ολόκληρους μήνες και αμέτρητες υποσχέσεις ότι το κράτος θα σταθεί στο πλευρό των πυρόπληκτων. Το φαγητό έρχεται με ευθύνη τοπικών Αρχών και φορέων, ενώ δύο φούρνοι της περιοχής στέλνουν καθημερινά κιβώτια με ψωμιά, τα οποία η υπάλληλος της τραπεζαρίας κόβει σε φέτες για να μοιραστούν μαζί με το φαγητό.
Το… γιορτινό τραπέζι στήνεται μπροστά σ’ ένα φτωχό χριστουγεννιάτικο δέντρο, που περισσότερο προκαλεί θλίψη παρά μεταδίδει γιορτινή διάθεση.
Από τα σπιτάκια όπου ζουν ολόκληρες οικογένειες, αρχίζουν να βγαίνουν άνθρωποι για να απλώσουν δυο ρούχα και να ξαναμπούν βιαστικά μέσα για να αποφύγουν το κρύο, καθώς και την υγρασία, που είναι αφόρητη στην κατασκήνωση, λίγα μέτρα από τη θάλασσα.
Στο εσωτερικό, ο καθένας παλεύει με τους δικούς του εφιάλτες από το μοιραίο βράδυ της 23ης Ιουλίου. Ακόμα και σήμερα, τόσους μήνες μετά, οι περιγραφές σοκάρουν, ενώ συνεχίζουν να έρχονται στο φως ανατριχιαστικές ιστορίες που τότε δεν είδαν το φως της δημοσιότητας. «Χάσαμε φίλους, γείτονες που μέχρι λίγες ώρες πριν ήταν μαζί μας.
Ένας φίλος μας έψαχνε τη μητέρα του τρεις ημέρες και μετά ανακάλυψε ότι η μητέρα του ήταν ένα κομμάτι κάρβουνο μέσα στην μπανιέρα στο οποίο έως τότε δεν έδινε σημασία», περιγράφει η Εφη Μπομπόνη.