Τα όσα διέπραξαν οι Τούρκοι με την είσοδό τους στη Σμύρνη ήταν απάνθρωπα. Δεν σεβάστηκαν τίποτα και κανέναν.Η βαρβαρότητά τους δεν χωράει στον ανθρώπινο νου. Ένας Γάλλος δημοσιογράφος ο Rene Puaux περιέγραψε με ανταποκρίσεις του τα όσα απίστευτα έγιναν μπροστά στα μάτια του. Όπως η δολοφονία του Χρυσόστομου.
Διαβάστε πως την περιγράφει:
Μέχρι τώρα δεν υπήρχε αμφιβολία ως προς την ακριβή ημερομηνία της δολοφονίας του επισκόπου της Σμύρνης, του σεβασμιότατου Χρυσοστόμου. Σήμερα φαίνεται επιβεβαιωμένο ότι η δολοφονία έγινε την Κυριακή, 10 Σεπτεμβρίου, μεταξύ 4-5 μ.μ. Στις λεπτομέρειες που ένας αυτόπτης Γάλλος μάρτυρας μου είχε ήδη δώσει, μπορώ να προσθέσω τα εξής: Όταν ο μητροπολίτης παρουσιάστηκε μπροστά στο στρατηγό Νουρεντίν πασά, που είχε στείλει να τον φέρουν με γυμνές ξιφολόγχες, ο σεβάσμιος ιεράρχης του έτεινε το χέρι. Ο Νουρεντίν φώναξε: «Δε θα μολύνω το χέρι μου με την επαφή του μιαρού χεριού σου. Ιδού οι αποδείξεις της ατιμίας σου», και του έδειξε έναν φάκελο με έγγραφα που περιεί χαν κατηγορίες εναντίον του μητροπολίτη. «Φύγε! Το πλήθος σε περιμένει και θα σε τιμωρήσει, όπως σου ταιριάζει».
Και τον έδιωξε. Μόλις κατέβηκε ο μητροπολίτης στο δρόμο, ο όχλος που τον περίμενε παραληρώντας, ρίχτηκε πάνω του. Τον άρπαξαν, τον έσυραν από τη γενειάδα, του έβγαλαν τα μάτια μ' ένα μαχαίρι, του έσκισαν τα ράσα, ποδοπάτησαν το καλυμμαύχι του και χτυπούσαν ανελέητα με γροθιές και κλωτσιές το πρόσωπο του, το καταματωμένο, από το αίμα που έτρεχε από τα βγαλμένα του μάτια- τον οδήγησαν, τέλος στην κυρίως Τουρκική συνοικία, στο Τσεσμενλί, όπως είναι το όνομα της.
Εκεί υπέστη τα χειρότερα βασανιστήρια. Τον λιθοβόλησαν φωνάζοντας “Kiopein Paralassi” (ξεσκίστε τον το σκύλο) και οι δήμιοι του, μεταξύ των οποίων ήταν και παιδιά, πήραν από ένα τμή μα του διαμελισμένου σώματος του και το περιέφεραν σε διάφορες συνοικίες ουρλιάζοντας. Στη συνέχεια λεηλάτησαν αλύπητα τη μητρόπολη. Πολλούς από τους ιερείς που τους έσερναν απ' τις γενειάδες, τους βασάνισαν εκεί. Αυτή η απόπειρα εναντίον τού κλήρου των Ορθοδόξων είναι ενδεικτική. Δεν επρόκειτο πλέον για αντίποινα εναντίον προσώπων, αλλά για μια καθαρή έκρηξη μου σουλμανικού φανατισμού. Την ίδια μέρα δύο διευθυντές εφημερί δων της Σμύρνης, οι κύριοι Τσουρουκτσόγλου και Κλημάνογλου, θανατώθηκαν με βάναυσο τρόπο, καθώς σέρνονταν από αυ τοκίνητο, στο πίσω μέρος του οποίου ήταν δεμένοι από τα πόδια.
Έχω τις μαρτυρίες δύο Ευρωπαίων εκ των οποίων ο ένας μέ τρησε εκείνη την ημέρα πτώματα, διασχίζοντας την Αρμενική συνοικία υπό τη συνοδεία Ιταλών αξιωματικών και ό άλλος είδε με τα ίδια του τα μάτια Τούρκους στρατιώτες να βασανίζουν στη συνοικία του Γκιόστεπε, τον Έλληνα χασάπη Παναγιώτη Γουρού να από τον οποίο εψώνιζε ο μάρτυρας. Ο δύστυχος αυτός απ' τον οποίο άρπαξαν 5.000 τουρκικές λίρες, σώθηκε από ένα Γάλλο ιερέα, τον πατέρα Ines.
Ο αιδεσιμότατος Dobson δηλώνει πως αντίκρισε πολλά πτώμα τα το πρωινό της Κυριακής. Αισθάνθηκε όμως μια ιδιαίτερη φρίκη μπροστά σε μια ομάδα γυναικών και νηπίων, στο μέσο των οποί ων βρισκόταν το σχεδόν ολόγυμνο πτώμα ενός νεαρού κοριτσιού που είχε χτυπηθεί με μια σφαίρα στο στήθος δεν υπάρχει αμφιβολία ποια ήταν η προηγούμενη τύχη του κοριτσιού.
Ένας από τους άμεσους ανταποκριτές μου μου έγραψε ότι μετά από τις σφαγές, τους βιασμούς και τις ληστείες του σαββατόβραδου και της Κυριακής, ο ελληνικός πληθυσμός τρομοκρατημένος οχυρώθηκε μέσα στα σπίτια και δε βγήκε ουσιαστικά έξω μέχρι την Τετάρτη, την ημέρα της πυρκαγιάς. Κάποια θαρραλέα άτομα ή Ιταλοί προστατευόμενοι ή Γάλλοι πήγαιναν για προμήθειες και μετέφεραν τα νέα στις έγκλειστες και τρομοκρατημένες οικογέ νειες.
Αυτό εξηγεί γιατί είχαμε ελάχιστες πληροφορίες για το τι συνέβη τη Δευτέρα 11 και την Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου. Σύμφωνα με τον ήδη προαναφερθέντα επιθεωρητή της Εταιρείας των βελγικών τραμ, τη Δευτέρα στις 21.30, λεηλάτησαν την εκκλησία της Παρθένου Μαρίας και έκλεψαν το θησαυρό της. Την ίδια μέρα παρόμοια τύχη είχε η εκκλησία των Αγίων Αναργύρων στο Μποζ-Γιακά. Και στους δύο ναούς σφαγιάστηκαν Χριστιανοί που είχαν βρει καταφύγιο εκεί. Ένα μέρος του ελληνικού και του αρμενικού πληθυσμού βρήκε καταφύγιο στο Νοσοκομείο των Καθολικών «Άγιος Αντώνιος», καθώς και στο Αγγλικό και στο Ολλανδικό Νοσοκομείο.
Οι οικογένειες μαζεύονται στα ίδια κτίρια, όπως στριμώχνονται τα κοπάδια ενστικτωδώς στο πλησίασμα της καταιγίδας. Ο μάρ τυρας του οποίου η αφήγηση δημοσιεύτηκε στη Review de Paris, διηγείται:
«Τη Δευτέρα 11 του μηνός, η κατάσταση της πόλης ήταν δραματική. Ο στόλος έπρεπε να φύγει από τη Σμύρνη από τη μια στιγμή στη άλλη. Επειδή φοβόμασταν αποκλεισμό του κόλπου, επιβιβαστήκαμε αποφασισμένοι να φύγουμε, μόλις θα αναχωρούσε ο αγγλικός στόλος.
Οι δύο νύχτες που περάσαμε στο πλοίο ήταν τρομακτικές- ωστόσο υπήρχε ένα θαυμάσιο φεγγαρόφωτο. Ο κόλπος έμοιαζε με λίμνη και ο παραμικρός θόρυβος από την παραλία έφθανε μέχρι ε μάς πολύ καθαρά. Απ' όλες τις πλευρές έβλεπε κανείς μεγάλες πυρκαγιές. Ο Κουκλουτζάς, ένα ελληνικό χωριό, καιγόταν ολόκλη ρο μέσα σε λάμψεις, καθώς κι ένα μέρος του Μπουρνόβα, και με μονωμένες εστίες φώτιζαν τα περίχωρα του όρμου. Οι Τούρκοι είχαν λεηλατήσει και κάψει όλα τα χωριά γύρω από τη Σμύρνη. Από την παραλία μάς έφταναν φωνές από ανθρώπους που τους στραγγάλιζαν, και τα πτώματα των πνιγμένων επέπλεαν γύρω από το πλοίο μας. Κατά τη διάρκεια αυτών των φρικαλεοτήτων ακούγαμε τη μουσική που έπαιζαν στα πολεμικά πλοία, για να διασκεδάσουν. Περνάγαμε τις μέρες μας στο Κορδελιό που ζούσε μέσα στη φρίκη. Οι Τούρκοι δε σέβονταν πια τα ευρωπαϊκά σπίτια και τα λεηλατούσαν, όπως έκαναν και με τα σπίτια των Ελλήνων και των Αρμενίων. Ωστόσο, το γόητρο της στολής υπήρχε ακόμα. Ένας Γάλλος στο Κορδελιό ξαναφόρεσε την παλιά του στολή του επιλοχία και μπόρεσε έτσι να κάνει καλό. Όταν τον έβλεπαν οι Τούρκοι, υποχωρούσαν λέγοντας: "Είναι Γάλλος". Εκείνος μόνος του μπόρεσε να σώσει από τη λεηλασία ένα μεγάλο αριθμό σπιτι ών και να γλιτώσει τη ζωή πολλών δυστυχισμένων ανθρώπων».
Συνέχεια του άρθρου στο iellada.gr