Ο Θεόφιλος Σεχίδης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην περιοχή Λιμένας της Θάσου. Την περίοδο των φόνων, σπούδαζε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Κομοτηνής. Η τρέλα του Σεχίδη, το έγκλημα του αιώνα, ο γιος του Φρανκεστάιν, ο κανίβαλος που άκουγε Τσαϊκόφσκι. Αυτά ήταν μόνο μερικά από τα πρωτοσέλιδα που προσπαθούσαν να περιγράψουν το απίστευτο έγκλημα της Θάσου. Στις 19 και 20 Μαΐου του 1996 ο Θεόφιλος Σεχίδης, 24χρονος φοιτητής, σκότωσε πέντε μέλη της οικογένειάς του: Τους γονείς του, την αδερφή του, την γιαγιά του και τον θείο του.
Το χρονικό του εγκλήματος
Ο Σεχίδης σπρώχνει το θείο του που έκανε αγροτικές εργασίες στο γκρεμό. Αποτελειώνει το θύμα του, αποκεφαλίζοντας τον και κρύβοντας τη σωρό μέσα στους θάμνους. Στους αστυνομικούς δήλωσε ότι βρισκόταν σε άμυνα και ότι ήθελε ο θείος του να τον σκοτώσει. Ατάραχος, αλλάζει το πουκάμισο του που είχε λεκέδες από αίμα και πηγαίνει στο πατρικό του σπίτι με μια κυνηγητική καραμπίνα. Δεν βρίσκει κανένα. Οι γονείς του επέστρεψαν αργά το απόγευμα. Με ένα πυροβολισμό στο στήθος, ο πατέρας του πέφτει νεκρός από τη καραμπίνα του Σεχίδη. Με το μαχαίρι που είχε ο πατέρας του για αγροτικές δουλειές του κόβει την καρωτίδα.
Μόλις η μητέρα του μπαίνει στο σπίτι την πυροβολεί στο κεφάλι. Στην αστυνομία δήλωσε, ότι και οι δύο του επιτέθηκαν να στον σκοτώσουν. Η φρίκη δεν έχει τέλος, αφού στο σπίτι βρισκεται η μικρή αδελφή του δολοφόνου Έμμυ που πάσχει από σχιζοφρένεια. Κρύβεται κρατώντας ένα τασάκι για αυτοάμυνα. Ο Σεχίδης βλέποντας τη μικρή Έμμυ να κρατάει στα χέρια της το "φονικό" όπλο τη πυροβολεί και την αποτελειώνει με το μαχαίρι. Τελευταίο θύμα του, η ηλικιωμένη γιαγιά του, που δεν πρόλαβε να αντιδράσει στην μανία του δολοφόνου. Η υπόθεση φτάνει στην αστυνομία, αφού η οικογένεια Σεχίδη αγνοείται για ένα ολόκληρο 24ωρο. Η γυναίκα του άτυχου θείου του Θεόφιλου, τηλεφωνεί στις Αρχές, για να δηλώσει την εξαφάνισή του συζύγου της. Τότε ο δολοφόνος καλείται για κατάθεση. Λέει ότι ο θείος του έφυγε στην Ιταλία και οι γονείς του στη Γερμανία. Αφήνεται ελεύθερος. Η σύζυγος επιμένει, ότι κάτι συμβαίνει. Οι αρχές τον ξανακαλούν μήνες μετά και τον ανακρίνουν για ώρες, ώσπου σπάει και αποκαλύπτει ότι σκότωσε όλη την οικογένεια του αμυνόμενος. "'Ηθελαν να τον βγάλουν από τη μέση, επειδή δεν ήταν βιολογικό τους παιδί." Κάτι που φυσικά δεν ίσχυε, αφού τα θύματα, ήταν οι βιολογικοί γονείς του Θεόφιλου.
Τα κλιμάκια από την Αθήνα παγώνουν στην αναπαράσταση των εγκλημάτων. Τα πτώματα φέρουν τραύματα που δείχνουν μίσος και πρόθεση για επώδυνο φόνο. Αφαίρεσε τους εγκέφαλους από τα πτώματα και τα έβαλε στο ψυγείο. Ζούσε με τα πτώματα για μέρες. Αγόρασε πλαστικές σακούλες και αλυσοπρίονο για να τεμαχίσει τα πτώματα και να τα πετάξει σε μέρος του νησιού, που δεν θα εντοπίζονταν. Η αστυνομία περιγράφει το τόπο του εγκλήματος σαν σκηνή από τη κόλαση. Υπολείμματα εγκεφάλων στους τοίχους. Αίματα που είχαν ποτίσει τους τοίχους, και κομμάτια από ανθρώπινα σώματα που είχε ξεχάσει να πετάξει ο δολοφόνος.
Κατά τη σύλληψη του και τη δίκη, ήταν ατάραχος. ευδιάθετος και χαμογελαστός. Δήλωνε πως βρήκε τη γαλήνη του. Η απόφαση ομόφωνη, 5 φορές ισόβια. Η Θάσος δεν έχει ξεχάσει ακόμα την άγρια δολοφονία και το επίθετο Σεχίδης προκαλεί ρίγος σε όλους τους κατοίκους.