Ο αδερφός του Ίωνα Δραγούμη, Νίκος, ήταν ο πρωτότοκος γιος του Στεφάνου Δραγούμη και της Ελισάβετ Κοντογιαννάκη.
Αν και πολλοί δεν τον γνωρίζουν, υπήρξε σπουδαίος ζωγράφος, ενώ είχε εισαχθεί για πολλά χρόνια σε ψυχιατρείο.
Γεννήθηκε στην Αθήνα 1874 όπου και πέρασε τα παιδικά του χρόνια.
Τον Νοέμβριο του 1897 ο Νίκος Δραγούμης πήρε το πτυχίο του από το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και επέστρεψε στην Ελλάδα, για να ακολουθήσει σταδιοδρομία στο Υπουργείο Εξωτερικών. Ήρθε, όμως, σε ρήξη με την οικογένειά του και ο πατέρας του, Στέφανος Δραγούμης, τον έστειλε στον Βόλο, για να εργαστεί ως βοηθός του διευθυντή της Εταιρίας Σιδηροδρόμων Θεσσαλίας.
Τελικά, ο Νίκος Δραγούμης τον Μάιο του 1899 έφυγε κρυφά από τον Βόλο και επέστρεψε στο Παρίσι για να σπουδάσει ζωγραφική. Γράφτηκε στην ελεύθερη Ακαδημία Julian τον Οκτώβριο του 1900 και σπούδασε εκεί μέχρι τον Δεκέμβριο του 1902, στο εργαστήριο του William Bouguereau.
Το 1908 ξεκίνησε ο δεσμός του με τη ρωσίδα ζωγράφο Λύντια Μπορζέκ και 3 χρόνια αργότερα, εκδηλώθηκε η ψυχική του νόσος. Στις 2 Νοεμβρίου του 1911 αναχώρησε από τη Μασσαλία για Πειραιά. Συνοδευόμενος από τον αδελφό του Ίωνα, λίγες μέρες αργότερα, μπήκε σε μια ιδιωτική κλινική για ψυχικά ασθενείς, στη Νάπολη της Ιταλίας.
Λίγο αργότερα η οικογένεια τον μετέφερε στην Κέρκυρα και το καλοκαίρι του 1913 μαζί με την σύντροφό του επισκέφτηκε την Άνδρο. Τον Αύγουστο του 1913 εγκαταστάθηκε στην Κηφισιά, όμως τον Μάιο του επόμενου χρόνου με τη συνοδεία του Ίωνα Δραγούμη ταξίδεψε στο χωριό Σεν, κοντά στη Γενεύη, και μπήκε σε ιδιωτικό ψυχιατρείο. Εκεί παρέμεινε για 18 χρόνια, μέχρι και το 1932, οπότε λόγω οικονομικών δυσκολιών η οικογένεια τον έφερε πίσω στην Ελλάδα. Τον Αύγουστο του ίδιου έτους εισήλθε στο Δρομοκαΐτειο, όπου πέθανε μερικούς μήνες αργότερα, στις 6 Ιανουαρίου του 1933, πιθανώς από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Η Μαρίκα Δραγούμη, αδελφή του ζωγράφου
Το έργο του
Στην Ελλάδα, η πρώτη αναφορά στο πρόσωπό του έγινε από τον Δημήτρη Πικιώνη, το 1963, σε άρθρο του στο περιοδικό Ζυγός: «Τον είχα ανταμώσει την άνοιξη του 1911 στο Παρίσι, στον κήπο του Λουξεμβούργου. Μπρετόνικη φορεσιά, σκούφο και ξύλινα υποδήματα. […] Μου χάρισε ένα σκίτσο που παράσταινε την αδελφή του που χτενίζονταν. Την άλλη μέρα θα ξεκινούσε νωρίς το πρωί για να πάει στην Προβηγκία, πεζοπορώντας κάτω απ’ τις φλογερές ακτίνες του Απόλλωνα , για να παρασταθεί στον τρύγο, ο Έλληνας αυτός Βαν Γκογκ!». Ουσιαστικά, το ελληνικό κοινό ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το ζωγραφικό του έργο μέσα από την έκθεση που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης το 2015.
Σε αδημοσίευτο κείμενό του, ο αδελφός του, Φίλιππος Δραγούμης ανέφερε: «Ο Νίκος ποτέ δε θέλησε να πουλήσει κανένα του πίνακα, γιατί πίστευε πως η αληθινή τέχνη είναι ιερή και μη εμπορεύσιμη».
“La Sieste”