Είναι ένας από τους πλέον αγαπημένους τόπους καλοκαιρινών διακοπών καθώς χιλιάδες επισκέπτες, οι οποίοι χρόνο με το χρόνο αυξάνονται, βρίσκονται στην Αστυπάλαια για να θαυμάσουν ένα νησί που μπορεί να προσφέρει τις απαραίτητης δόσεις ηρεμίας, χαλάρωσης, περιπέτειας και διασκέδασης.
Όπως έχω διαπιστώσει και ο ίδιος μέσα στις επισκέψεις μου στο νησί τα τελευταία 12 χρόνια αλλά και από διηγήσεις ανθρώπων που έρχονται στην «Πεταλούδα του Αιγαίου» ανελλιπώς εδώ και δύο δεκαετίες, μιλάμε για ένα νησί πολύ έντονων αντιθέσεων. Αντιθέσεις μεταξύ της ανθρωπογεωγραφίας του νησιού, της μορφολογίας, της αρχιτεκτονικής αλλά και της αρχαιολογικής και ιστορικής υπόστασης.
Κάτω από τη μύτη μας (κυριολεκτικά) βρίσκεται ένα από τα πιο σημαντικά ευρήματα αρχαιολογικής, ανθρωπολογικής και ιστορικής αξίας στον κόσμο. Ένα πραγματικό μυστήριο για τους επιστήμονες και την ανθρωπότητα. Οι βρεφικοί τάφοι της Αστυπάλαιας εκτός όλων των άλλων είναι και η απόδειξη για το πόσο μεγάλο είναι το έλλειμμα που δείχνουμε όταν επισκεπτόμαστε έναν τόπο χωρίς να έχουμε ψάξει πιο πριν στοιχειωδώς για την ιστορία του. Αν σκεφτεί κανείς ότι έμεινα σχεδόν στα 100 μέτρα μακριά από έναν τέτοιο αρχαιολογικό χώρο και δεν είχα ιδέα για την ύπαρξή του.
Ο χώρος ταφής των βρεφών και τα χιλιάδες αγγεία που βρέθηκαν εντός του μαρτυρούν την πλούσια και ιδιαίτερη κληρονομιά του ελλαδικού χώρου.
Ιστορική αναδρομή και η σύνδεση με την ανακάλυψη
Η εικόνα των ανασκαφών στους τάφους το 2013
Το νησί της Αστυπάλαιας βρίσκεται σχεδόν στη μέση του Αιγαίου. Διοικητικά ανήκει στα Δωδεκάνησα, μορφολογικά και (ίσως) πολιτισμικά στις Κυκλάδες. Χτυπιέται λυσσαλέα από τους ανέμους και την απόσταση που έχει από τα μεγάλα εμπορικά κέντρα. Η σύνδεσή της, ακτοπλοϊκά, με τον Πειραιά και τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, τους καλοκαιρινούς μήνες μπορεί να έχει βελτιωθεί αλλά θεωρείται ακόμα ένας σχετικά απομακρυσμένος προορισμός.
Αντίθετα λοιπόν με το τι μπορεί να συμβαίνει τώρα στην αρχαιότητα το νησί ήταν στο επίκεντρο των θαλάσσιων εμπορικών δρόμων μεταξύ της Φοινίκης, της Κύπρου, της Κρήτης, της Ρόδου, και της Κω. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτά. Βρισκόταν στο επίκεντρο των συγκοινωνιών μεταξύ ηπειρωτικής Ελλάδας με την Ευρώπη και την Αίγυπτο. Ένας από τους πλέον σημαντικούς σταθμούς πλοίων.
Από το 1995 όταν και ανακαλύφθηκαν τα πρώτα ευρήματα του ταφικού χώρου βρεφών σε πλαγιά στη βορειοανατολική πλευρά της Χώρας που κοιτάζει προς τον κόλπο στο Λιβάδι, ονόματι Κυλίνδρα, οι έρευνες συνεχίζουν (με τα πάνω τους και τα κάτω) βγάζοντας στην επιφάνεια σπουδαία ευρήματα. Δεν μπορούσε κανείς ωστόσο να φανταστεί το μέγεθος της ανακάλυψης και ακόμα και τώρα η πραγματική ταυτότητα του αρχαιολογικού ευρήματος παραμένει ένα μεγάλο μυστήριο.
Η εικόνα το 2018
Τα περισσότερα από τα επιστημονικά και ιστορικά στοιχεία αυτού του κειμένου βασίζονται σε ένα πολυσέλιδο άρθρο της αρχαιολόγου Μαρίας Μιχαλάκη-Κόλλια από την ομιλία της για το θέμα των βρεφικών εγχυτρισμών της Αστυπάλαιας σε συνέδριο το 2013. Το συγκεκριμένο άρθρο βρέθηκε στην κατοχή μου με την συνδρομή μιας εκ των πλέον συμπαθητικών φυσιογνωμιών της Αστυπάλαιας, της κα. Στέλλας, εκπαιδευτικού αλλά και υπεύθυνης λειτουργίας της δανειστικής βιβλιοθήκης στη Χώρα του νησιού.
Η αρχή μιας σπουδαίας ανακάλυψης
Το βρεφικό νεκροταφείο της Αστυπάλαιας αποκαλύφθηκε το 1995, όταν ένας ντόπιος μηχανικός υπέβαλε αίτηση για ανοικοδόμηση οικισμού οικοτουριστικού χαρακτήρα και κάλεσε την ΚΒ΄ Εφορία Αρχαιοτήτων Ρόδου να επέμβει μιας και υπήρχε υπόνοια, λόγω του αρχαίου νεκροταφείου ενηλίκων του Κάτσαλου που βρίσκεται απέναντι, ότι κάπου εκεί υπήρχαν αρχαιότητες.
Και δεν λάθεψε. Όπως ανέφερε σε παλαιότερο άρθρο της η «Καθημερινή» οι πρώτες κιόλας τομές στο χώρο έδειξαν την ύπαρξη αγγείων με εγχυτρισμένα μωρά. Η λέξη προέρχεται από την «χύτρα», το ανοικτό πήλινο αγγείο για το μαγείρεμα.
Η ταφή μέσα σε τέτοια πήλινα αγγεία ήταν ένας από τους πλέον συνηθισμένους τρόπους ταφής των μωρών κατά τους αρχαίους χρόνους καθώς πιθανότατα συμβόλιζε τη μήτρα της μητέρας τους. Άρα και την επιστροφή σε αυτή μετά το θάνατό τους.
Σύμφωνα με τα ιστορικά ευρήματα όλη η πλαγιά στο σημείο του λόφου του Κάτσαλου και της Κυλίνδρας ενδέχεται να αποτελούν τη νεκρόπολη του νησιού, καθώς από τη μία πλευρά υπήρχαν ευρήματα ταφής ενηλίκων και από την άλλη το βρεφικό νεκροταφείο.
Τα ευρήματα χρονολογούνται από το 850 π. Χ. και τη Μέση και Ύστερη Γεωμετρική περίοδο έως και τους ελληνιστικούς χρόνους. Μέχρι αυτή τη στιγμή έχουν καταγραφεί πάνω από 3.000 αγγεία με εγχυτρισμένα βρέφη και σκελετούς αρχαίων μωρών. Κάποιες προβλέψεις κάνουν λόγο ακόμα και για 3.500 πήλινα που βρίσκονται στο χώρο της νεκρόπολης.
Σύμφωνα με την κα. Μιχελάκη-Κόλλια τα αγγεία αρχικά τοποθετούνταν σε αβαθείς λάκκους σκαμμένους στο βράχο της περιοχής. Έπειτα περικλείονταν και καλύπτονταν με λίθους δημιουργώντας μικρούς τάφους. Η πυκνότητα των αγγείων ήταν τέτοια που βρέθηκαν εκατοντάδες ακόμα και το ένα πάνω στο άλλο μέσα στους τάφους.
Οι ερμηνείες και το μυστήριο της ανακάλυψης
Μεγάλο πλήθος αγγείων που χρησιμοποιήθηκαν για τις ταφές των μωρών είναι αμφορείς ποικίλων προελεύσεων, όπως μεταξύ άλλων από τη Σάμο, τη Χίο, τη Θάσο, την Αλόννησο, την Κω, Τη Ρόδο, ακόμα και ένας τύπος από την Παλαιστίνη. Από τη μελέτη των αμφορέων τα συμπεράσματα συνέκλιναν ότι τα αγγεία έφτασαν μέχρι τον 1ο και 2ο αιώνα μ. Χ.
Από τη μελέτη του οστεολογικού υλικού, που πραγματοποιείται από το Ανθρωπολογικό Ινστιτούτο του Πανεπιστημίου του Λονδίνου (UCL), προκύπτει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των μωρών, περίπου το 77%, πέθανε μεταξύ 37 έως 42 εβδομάδων, δηλαδή κατά τη στιγμή της γέννησής τους ή λίγο μετά. Ένα ποσοστό 9% ήταν έμβρυα ή πρόωρα, που πέθαναν μεταξύ 24 και 37 εβδομάδων. Και ένα ποσοστό 14% περιλαμβάνει τις κατηγορίες βρεφών και μωρών που έζησαν γύρω στους έξι μήνες, 4-5 μικρά παιδιά που έζησαν από ένα έως τρία έτη, και άλλες τόσες περιπτώσεις με δίδυμα, ποσοστά ωστόσο που αλλάζουν με την πορεία των αποτελεσμάτων της έρευνας.
Μάλιστα όπως μας ενημέρωσαν και κάποιοι ντόπιοι τα ευρήματα έχουν μετακινηθεί όλα σε κτίριο του παλιού σχολείου όπου εκεί συνεχίζεται η μελέτη τους. Δυστυχώς η φετινή χρονιά ήταν η πρώτη μετά από χρόνια που δεν ήταν ανοικτά για το κοινό κάποια από τα αγγεία και έτσι δεν καταφέραμε να δούμε από κοντά κάποια από αυτά.
Τα ερωτήματα που έχουν γεννηθεί στους επιστήμονες μετά από αυτό το σπάνιο εύρημα είναι πολλά. Το μεγαλύτερο ωστόσο από αυτά είναι εάν οι ανασκαφές έφεραν στο φως ένα νεκροταφείο βρεφών ή ένα ταφικό ιερό. Τρεις επιγραφές που προέρχονται από τον οικισμό της Χώρας της Αστυπάλαιας και αναφέρονται στις θεότητες του τοκετού και της γέννησης, η μία στην Αρτέμιδα Λοχία και οι άλλες δύο στην Ειλείθυια έχουν οδηγήσει τους επιστήμονες σε αυτό το δρόμο.
Οι επιστήμονες ωστόσο αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο να πρόκειται για ένα ταφικό ιερό στο οποίο θυσιάζονταν κάποια βρέφη για χάρη των δύο θεοτήτων. Σε κάθε περίπτωση όσο η έρευνα συνεχίζεται αναφέρουν ότι είναι πρόωρο να γίνει ένας τέτοιος συσχετισμός. Οι ενδείξεις από τις πρώτες μελέτες δείχνουν ότι ο χώρος που βρέθηκαν τα εγχυτρισμένα βρέφη μπορεί να αποτελούσε ένα πανελλήνιο τόπο συνάντησης (και όχι μόνο) που να αφορούσε τη μητρότητα αλλά και τον χώρο όπου, μεταξύ άλλων, οι Καρχηδόνιοι για παράδειγμα μπορεί να θυσίαζαν το πρωτότοκο αγόρι τους στη θεά Τανίτ και στον Βαάλ.
Ψάχνοντας φωτογραφικό υλικό για να μπορέσω να δω το μέγεθος της ανασκαφής στην πλαγιά της Κυλίνδρας διαπίστωσα ότι με την πάροδο των ετών ο χώρος του νεκροταφείου παρουσιάζει μία εικόνα εγκατάλειψης.
Καθώς περπάτησα στο στενό δρομάκι πάνω από την ανασκαφή φαίνονται πλέον λίγοι από τους λάκκους από τους οποίους έχουν αφαιρεθεί τα αγγεία (όπως είναι φυσιολογικό) αλλά αντί να έχει γίνει μία κατασκευή για την προστασία του χώρου οι αβαθείς λάκκοι είναι καλυμμένοι με μουσαμάδες ενώ σκουριασμένα μισοπεσμένα κάγκελα βρίσκονται ακριβώς από πάνω.
Ακριβώς κάτω από το νεκροταφείο βρίσκεται μία από τις πιο ήσυχες και όμορφες παραλίες του νησιού, το «Μαγαζάκι». Για να καταφέρεις να έχεις πρόσβαση στο μονοπάτι που σε οδηγεί στην παραλία περνούσες δίπλα από το μνημείο. Ίσως και από πάνω του, μιας και οι επιστήμονες επιμένουν ότι ο χώρος του νεκροταφείου ίσως εκτείνεται σε όλη την πλαγιά. Κανείς δεν ξέρει.
Εκτός όμως από την όλη εικόνα που δεν θυμίζει έναν αρχαιολογικό χώρο, λίγα μέτρα μακριά, τα τελευταία χρόνια ξεπήδησε και μία τσιμεντένια μεγάλη οικοδομή η οποία παραμένει… στα τσιμέντα. Άγνωστο τι μπορεί να υπήρχε δίπλα της ή από κάτω της.