Σε πέντε μέτρα για την αποκατάσταση της κλονισμένης εμπιστοσύνης μεταξύ των τραπεζών και των εταίρων της -δηλαδή των καταθετών, των πελατών, των επιχειρήσεων, της κοινωνίας ευρύτερα- αναφέρθηκε η πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας και πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Λούκα Κατσέλη, μιλώντας στο τραπεζικό φόρουμ της Ελληνικής Εταιρείας Διοίκησης Επιχειρήσεων (ΕΕΔΕ).
Τα πέντε μέτρα είναι:
- η άρση των περιορισμών στη κίνηση κεφαλαίων το ταχύτερο δυνατό. Ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί όταν ολοκληρωθεί με επιτυχία η αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος. Μια τέτοια εξέλιξη θα δώσει ισχυρή θετική σηματοδότηση προς τους επενδυτές και τους πολίτες και θα βοηθήσει, ώστε να αρθεί η πολιτική και συστημική αβεβαιότητα. Οι προσδοκίες όλων μας είναι ότι το πρώτο αυτό βήμα θα ολοκληρωθεί εντός του τρέχοντος μηνός, εκτίμησε. Η επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης συνδέεται και με δύο ακόμη πολύ κρίσιμους παράγοντες: αφενός τη σταδιακή απεξάρτηση των ελληνικών τραπεζών από τον έκτακτο μηχανισμό χρηματοδότησης -τον ELA- και την επιστροφή στην πολύ πιο φθηνή χρηματοδότηση από τα κανονικά κανάλια ρευστότητας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και αφετέρου τη συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Η επιστροφή στην ομαλότητα και κανονικότητα των τραπεζικών συναλλαγών και η μείωση της αβεβαιότητας, θα βοηθήσουν σημαντικά στην σταδιακή επαναφορά της καταθετικής βάσης, που είναι ο βασικός μοχλός για τη τροφοδότηση με ρευστότητα της πραγματικής οικονομίας. Θυμίζω ότι μεταξύ 2010 - 2015 οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 114 δισ. ευρώ.
- η αποτελεσματική και βιώσιμη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, προς όφελος της ανάπτυξης, της κοινωνικής συνοχής και της οικονομικής θέσης των τραπεζών. Για να έχουμε μία εικόνα των μεγεθών, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων ήταν μόλις στο 4,5% του συνόλου των δανείων το 2007 και εκτινάχθηκε σήμερα στο 42%. Η εκτόξευση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι, κατά κύριο λόγο, απόρροια της βαθιάς ύφεσης κατά τη τελευταία εξαετία και της συνακόλουθης συρρίκνωσης των εισοδημάτων των δανειοληπτών.
- η αλλαγή εταιρικής κουλτούρας και η αναβάθμιση της εταιρικής διακυβέρνησης στον τραπεζικό τομέα. Η αλλαγή εταιρικής κουλτούρας είναι όρος επιβίωσης για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, τόσο για να μπορεί να ανταποκρίνεται με ταχύτητα και ευελιξία στο νέο σύστημα εποπτείας, όσο και για να μεταβεί από θέση δύναμης και όχι αδυναμίας, στο νέο ψηφιακό τραπεζικό τοπίο. Οι τράπεζες καλούνται να επενδύσουν και να αναβαθμίσουν τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων και εταιρικής διακυβέρνησης, ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται έγκαιρα στις αυξημένες απαιτήσεις πληροφόρησης και λογοδοσίας προς τις εποπτικές αρχές, τους μετόχους και τους πελάτες τους και να συμμορφώνονται γρήγορα και αποτελεσματικά ως προς τους δείκτες κεφαλαιακών απαιτήσεων και μόχλευσης στο πλαίσιο της προληπτικής εποπτείας.
- η καθιέρωση ενός νέου επιχειρησιακού μοντέλου στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, με επενδύσεις στην πληροφορική και τις τεχνολογίες, καθώς και στο ανθρώπινο κεφάλαιο, αλλά και με τη δημιουργία νέων δυναμικών πηγών εσόδων από νέα προϊόντα και υπηρεσίες είπε η Λούκα Κατσέλη. Η προστιθέμενη αξία της επένδυσης των τραπεζών στον τομέα της Πληροφορικής, των Τεχνολογιών και της Καινοτομίας, δεδομένων των περιορισμών στους προϋπολογισμούς, είναι τεράστια. Η μετάβαση στο νέο ψηφιακό τραπεζικό πρότυπο, προϋποθέτει αποτελεσματικές και σύγχρονες υποδομές πληροφορικής και νέες τεχνολογίες, οι οποίες να μπορούν αφενός να υποστηρίζουν ενδοεπιχειρησιακά την οργάνωση και τη λειτουργία της ψηφιακής τράπεζας, και αφετέρου να μπορούν να υποστηρίζουν και να διαθέτουν τις νέες ψηφιακές υπηρεσίες προς τους πελάτες, γρήγορα, αποτελεσματικά και με ασφάλεια.
- η εξωστρέφεια και λογοδοσία του τραπεζικού συστήματος προς την κοινωνία.
Τι έδειξε η έρευνα
Σε αντιπροσωπευτική δειγματοληπτική έρευνα της κοινής γνώμης που διεξήχθη τον περασμένο μήνα για λογαριασμό της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, αποτυπώνονται ανάγλυφα οι δείκτες που τεκμηριώνουν την κρίση εμπιστοσύνης του κοινού προς το τραπεζικό σύστημα, μιας κρίσης που επιδεινώθηκε σημαντικά λόγω της γενικότερης χρηματοπιστωτικής κρίσης και της μείωσης του βιοτικού επιπέδου μεγάλων στρωμάτων του πληθυσμού.
Έτσι, το 80,3% των ερωτωμένων απαντά ότι εμπιστεύεται λίγο έως καθόλου το τραπεζικό σύστημα. Το 2008, πριν το ξέσπασμα της κρίσης στη χώρα μας, το ποσοστό αυτό ήταν 38,5%. Σήμερα, μόλις το 19,3% δηλώνει ότι εμπιστεύεται πολύ έως αρκετά το τραπεζικό σύστημα.
Επίσης, παρά τα θετικά αποτελέσματα της πρόσφατης ανακεφαλαιοποίησης που έχουν καταστήσει τις ελληνικές τράπεζες φερέγγυες και θα μπορούσαμε να πούμε υπερκεφαλαιοποιημένες, ένα ποσοστό 67,1% θεωρεί ότι το τραπεζικό σύστημα δεν έχει καταστεί πιο ασφαλές μετά τη τελευταία ανακεφαλαιοποίηση, έναντι ποσοστού 27% που πιστεύει ότι έχει γίνει ασφαλέστερο.
Ο φόβος για πιθανό κούρεμα καταθέσεων παραμένει διάχυτος, παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο έχει αποκλεισθεί. Ποσοστό 86,8% πιστεύει ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν βοήθησαν τους έλληνες πολίτες κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, ενώ το 80,7% θεωρεί ότι οι τράπεζες δεν ενδιαφέρονται για το κοινωνικό σύνολο.
Σύμφωνα με την έρευνα για το «Τι αναζητούν οι πολίτες από τις τράπεζες», στην κορυφή των επιλογών (37,3% των ερωτωμένων) είναι το «κούρεμα» δανείων για όσους δεν έχουν τη δυνατότητα αποπληρωμής, η μείωση των επιτοκίων δανεισμού 24,1 %, καθώς και η διεύρυνση του χρονικού περιθωρίου αποπληρωμής των δανείων 15,8%. Με άλλα λόγια 77% των ερωτωμένων αναζητούν κάποια αποτελεσματική ρύθμιση του χρέους τους.
Από την έρευνα αυτή προκύπτει και η σημαντική ανάγκη προαγωγής του χρηματοοικονομικού εγγραμματισμού. Το 88,7% των πολιτών απαντάει ότι δεν είναι επαρκώς ενημερωμένο για τις αρχές λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος και την ύπαρξη ή πιθανή χρήση τραπεζικών προϊόντων.