Την ικανοποίησή τους για τις χθεσινές αποφάσεις του ΚΑΣ, το οποίο γνωμοδότησε ομόφωνα υπέρ της κήρυξης του αρχαιολογικού χώρου στο Ελληνικό και κατά πλειοψηφία (15-1) υπέρ των ορίων του, που είναι περίπου 300 στρέμματα εντός της επένδυσης, εξέφρασαν οι Αρχαιολόγοι.
Σε ανακοίνωση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων αναφέρεται ότι «η ομόφωνη βούληση των μελών του ΚΑΣ (με διαφοροποίηση μόνο ως προς τα όρια) για την κήρυξη ενιαίου αρχαιολογικού χώρου στους Δήμους Ελληνικού-Αργυρούπολης και Αλίμου, όπου συμπεριλαμβάνεται και τμήμα της έκτασης του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού, αποτελεί δικαίωση που επιβεβαιώνει την πίστη στους θεσμούς, την τήρηση του νόμου και την προάσπιση του κύρους του ΚΑΣ ως επιστημονικού συλλογικού οργάνου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, που όλα μαζί διασφαλίζουν την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς».
Οι Αρχαιολόγοι αναφέρουν επίσης ότι «εμπεδώνει την ανάγκη για ίση μεταχείριση όλων των επενδυτών και πολιτών από το νόμο. Πρόκειται για μία υπόθεση που εκκρεμούσε 3 ολόκληρα χρόνια στο ΥΠΠΟΑ» και συμπληρώνουν ότι «η κήρυξη, στην οποία κατέληξε το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (νεκροταφείο, λόφος Χασάνι κλπ), συμπληρώνεται από την παλαιότερη κήρυξη του αρχαιολογικού χώρου της χερσονήσου του Αγίου Κοσμά και από τους όρους προστασίας των αρχαιοτήτων που έθεσε το ΚΑΣ ως όρους στην έγκριση του Σχεδίου Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης. Σύμφωνα με τις πληροφορίες πρόκειται για τους παρακάτω όρους: μη δόμηση στη χερσόνησο του Αγίου Κοσμά, όπου εκτείνεται ο πρωτοελλαδικός οικισμός και άλλες αρχαιότητες, η προστασία του αρχαίου λατομείου (που έμεινε εκτός ορίων κήρυξης) με την συμπερίληψή του σε ελεύθερο χώρο πρασίνου, η μεταφορά του ταφικού μνημείου σε σχήμα Π στην αρχική του θέση (περιοχή πρώην ανατολικού αεροδιαδρόμου) σε ελεύθερο χώρο πρασίνου, η επανεξέταση του ύψους των ψηλών κτιρίων και βέβαια η αρχαιολογική παρακολούθηση των εκσκαφικών εργασιών σε όλη την έκταση του πρώην αεροδρομίου στη βάση τροποποιημένου Μνημονίου συναντίληψης και συνεργασίας».
Επισημαίνουν ότι «όλα τα παραπάνω συνιστούν πραγματική προστασία των αρχαιολογικών καταλοίπων στην περιοχή του πρώην αεροδρομίου, ενώ καθιστούν ανενεργό τον πρωτοφανή όρο της σύμβασης που προέβλεπε να αποζημιωθεί ο επενδυτής (!) από το ελληνικό δημόσιο σε περίπτωση εύρεσης αρχαιοτήτων». Σημειώνουν ότι «αποτελούν επίσης την καλύτερη απάντηση σε όσους τόσον καιρό λοιδωρούσαν την Αρχαιολογική Υπηρεσία, συκοφαντούσαν την εργασία και την αφοσίωση των αρχαιολόγων στην τήρηση της νομιμότητας και στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς».
Καταλήγοντας ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων αναφέρει ότι «θα συνεχίσει να υπερασπίζεται τη νομιμότητα και την πολιτιστική κληρονομιά, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τα μικρά ή μεγάλα συμφέροντα που συνασπίζονται για να την πλήξουν. Αναμένουμε από όσους όλο το προηγούμενο διάστημα ζητούσαν τη μη τήρηση της νόμιμης διαδικασίας ή ανέλαβαν την πολιτική πρωτοβουλία για την προσπάθεια παράκαμψης του αρχαιολογικού νόμου, να αναλογιστούν τις ευθύνες τους και να ανακρούσουν πρύμνα».