Στο επίκεντρο συνέντευξης του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Φρανς Τίμερμανς στον ραδιοσταθμό DLF βρέθηκε η προσφυγική κρίση και η αναγκαιότητα κοινής ευρωπαϊκής αντιμετώπισης.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Τίμερμανς εξέφρασε την ελπίδα ότι «θα πρέπει να καταλήξουμε σε ένα σύστημα κατανομής προσφύγων που οδηγεί περισσότερο ή λιγότερο σε μια αυτόματη αλληλεγγύη».
Και υπογράμμισε: «Στο παρελθόν ο Κανονισμός του Δουβλίνου απέδωσε. Από τη στιγμή όμως που υπάρχουν χώρες που σηκώνουν μόνες τους το βάρος του προσφυγικού χρειαζόμαστε ένα σύστημα κατανομής που περιλαμβάνει και σύστημα χορήγησης ασύλου.
Για να γίνουν όλα αυτά σε πολιτικό επίπεδο απαιτείται ωστόσο στήριξη από τις χώρες-μέλη. Προτιμώ πάντως μια μη ιδανική λύση που θα υλοποιηθεί, παρά την ιδανική λύση που θα μείνει στα χαρτιά».
«Mόνο από κοινού μπορούμε να διαμορφώσουμε το μέλλον»
Στο ερώτημα του δημοσιογράφου για ποιο λόγο η ΕΕ δεν στηρίζει περισσότερο την Ελλάδα από τη στιγμή που δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει ότι πιστεύει στη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν είπε: «Η απάντηση είναι δύσκολη. Αν και υπάρχει σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ελάχιστες χώρες την υλοποιούν.
Σήμερα υπάρχουν στην Ελλάδα περίπου 1.000 επιπλέον υπάλληλοι, οι οποίοι ωστόσο δεν επαρκούν. Έχει φθάσει πλέον η ώρα οι χώρες-μέλη να κάνουν όσα υποσχέθηκαν και να βοηθήσουν την Ελλάδα. Η χώρα χρειάζεται τη βοήθειά μας ή -καλύτερα- την αξίζει».
Ο Φρανς Τίμερμανς ασκεί κριτική στη στάση πολλών χωρών-μελών που τηρούν στην διαχείριση της προσφυγικής κρίσης μια στάση όχι ιδιαίτερα ευρωπαϊκή. Αναφερόμενος στην Μεγάλη Βρετανία και στο στρατόπεδο των υποστηρικτών ενός Brexit, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν τόνισε στη γερμανική ραδιοφωνία: «Ποιο πρόβλημα μπορούν οι χώρες-μέλη να λύσουν από μόνες τους; Το προσφυγικό; Την οικονομική κρίση; Την κλιματική αλλαγή;
Ποιο πρόβλημα πιστεύουν αυτοί οι άνθρωποι ότι μπορεί να λύσει μόνη της μια ευρωπαϊκή χώρα; Οι αποφάσεις λαμβάνονται πλέον σε παγκόσμιο επίπεδο μόνο από ελάχιστες χώρες, όπως η Κίνα και οι ΗΠΑ. Και σε αυτό το ανώτατο επίπεδο πρέπει να συμμετάσχει και η ΕΕ. Δεν μπορεί να το κάνουν μόνες τους ούτε η Μεγάλη Βρετανία, ούτε η Γαλλία, ούτε η Γερμανία. Μαζί, όμως, μπορούμε από κοινού να αποφασίσουμε και να διαμορφώσουμε το μέλλον»