Την άποψη ότι τα μέτρα νομισματικής πολιτικής που εφάρμοσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από το Μάρτιο του 2016 στήριξαν την οικονομία της ευρωζώνης εξέφρασε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Βιτορ Κονστάντσιο, παρουσιάζοντας την ετήσια έκθεση της ΕΚΤ στην επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωκοινοβουλίου.
Όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο, ειδικότερα ανέφερε πως τα εν λόγω μέτρα στήριξαν την ανάκαμψη στην ευρωζώνη, με αποτέλεσμα το 2016 και το πρώτο τρίμηνο του 2017 να υπάρχει μια δυναμική ανάπτυξη ύψους 1,7% καθώς και να μειωθεί η ανεργία στα προ κρίσης επίπεδα. Ως εκ τούτου, συνέχισε, μειώθηκαν οι μεγάλες ανισότητες μεταξύ των κρατών-μελών, προστατεύοντας την ευρωπαϊκή οικονομία. Όπως είπε η απόφαση της ΕΚΤ να επεκτείνει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από τον Απρίλιο μέχρι το Δεκέμβριο του 2017 με μειωμένο το ανώτατο όριο αγοράς κρατικών ομολόγων στα 60 δις. (από τα 80 δις), βασίζεται στην «υποχώρηση των κινδύνων» για τη σταθερότητα των τιμών διασφαλίζοντας ωστόσο τις οικονομικές συνθήκες για την επαναφορά του πληθωρισμού κοντά, αλλά λίγο κάτω από το 2%.
Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της ΕΚΤ, ανάμεσα στους κινδύνους για τους επόμενους μήνες είναι η αδύναμη κερδοφορία των τραπεζών, η πολιτική αβεβαιότητα που υπονομεύει τις μεταρρυθμίσεις, «με ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους σε ορισμένες χώρες», αλλά και ο κίνδυνος έλλειψης ρευστότητας σε επενδυτικά κεφάλαια.
Σε ό,τι αφορά τα «κόκκινα δάνεια», Β. Κοστάντσιο τα χαρακτήρισε «κληρονομιά» της κρίσης, υπογραμμίζοντας ότι απαιτείται σημαντική προσπάθεια για την επίλυση του εν λόγω προβλήματος, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Ερωτηθείς σχετικά, ανέφερε πως θα μπορούσαν να δημιουργηθούν εταιρίες τύπου «bad banks» σε εθνικό επίπεδο, σύμφωνα με «ένα ευρωπαϊκό υπόδειγμα εναρμόνισης». «Αν στηθούν σωστά δεν θα υπάρξουν αρνητικά αποτελέσματα», ανέφερε, σημειώνοντας ότι έχει εφαρμοστεί με επιτυχία σε κάποιες χώρες της Ευρωζώνης όπως η Ιρλανδία και η Σλοβενία και ότι πρόκειται για μια λύση υπέρ της οποίας τάσσεται συνήθως και το ΔΝΤ.