Ο ψευδάργυρος είναι ένα μεταλλικό στοιχείο απαραίτητο για το σώμα, καθώς εμπλέκεται στη ρύθμιση πολλών ενζύμων.
Τα επίπεδα ψευδαργύρου στον οργανισμό επηρεάζουν σημαντικά και τον καρδιακό μυ.
Ο οργανισμός δεν διαθέτει αποθέματα ψευδαργύρου, γεγονός που καθιστά απαραίτητη την πρόσληψή του μέσω τα διατροφής.
Νέα μελέτη επιστημόνων από το Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Μονάχου (TUM) συνδέει τη συνολική ποσότητα ψευδαργύρου στον οργανισμό με τη λειτουργία της καρδιάς.
Η μελέτη διερεύνησε το ρόλο δύο αντιοξειδωτικών: της γλουταθειόνης και της βιταμίνης Ε (α-τοκοφερόλης), η οποία εξουδετερώνει τις ελεύθερες ρίζες που μπορούν να καταστρέψουν την κυτταρική μεμβράνη.
Οι ερευνητές στέρησαν από νεαρά χοιρίδια τον ψευδάργυρο, προκειμένου να μελετήσουν πώς η φθίνουσα ποσότητα του ψευδαργύρου στο σώμα επηρεάζει την καρδιά τους.
Όπως παρατήρησαν, οι ποσότητες της γλουταθειόνης και της βιταμίνης Ε στον καρδιακό μυ μειώθηκαν ανάλογα με τη μείωση του ψευδαργύρου.
Το συμπέρασμα των επιστημόνων είναι ότι η ποσότητα του ψευδαργύρου μέσα στο σώμα επηρεάζει την ικανότητα της καρδιάς να αντιμετωπίσει το οξειδωτικό στρες, το οποίο αποτελεί προδιαθεσικό παράγοντα για καρδιακές παθήσεις.
Το οξειδωτικό στρες παρουσιάζεται όταν οι ελεύθερες ρίζες που δημιουργούνται μέσα στο κύτταρο δεν μπορούν να εξουδετερωθούν από τα ενδογενή αντιοξειδωτικά ένζυμα.
Η μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι τα γονίδια που είναι υπεύθυνα για τον προγραμματισμένο κυτταρικό θάνατο επηρεάζονται από το οξειδωτικό στρες που εμφανίζεται λόγω έλλειψης ψευδαργύρου.
«Το σώμα δεν ήταν πλέον σε θέση να αντισταθμίσει την έλλειψη ψευδαργύρου, ακόμα κι αν οι δοκιμές διήρκεσαν μόνο για λίγες μέρες», ανέφερε ο επικεφαλής της μελέτης Daniel Brugger καθηγητής ζωικής διατροφής στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Μονάχου.
Σύμφωνα με ευρήματα προηγούμενων μελετών, η μείωση των επιπέδων ψευδαργύρου στο σώμα προκαλεί φλεγμονή, που εκτός από την καρδιά πλήττει και άλλα όργανα του σώματος, καθώς και το ανοσοποιητικό σύστημα.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό έντυπο Journal of Nutrition.