Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2024 -

Αυξημένο ουρικό οξύ: Με ποια διατροφή θα το ρίξετε



Τα αίτια της υπερουριχαιμίας (αυξημένο ουρικό οξύ στο αίμα) είναι είτε εξωγενή, όπως η αυξημένη πρόσληψη πουρινών μέσω της διατροφής, είτε ενδογενή, όπως η αυξημένη σύνθεση ουρικού οξέος ή η μειωμένη αποβολή του.

Οι πουρίνες αποτελούν σημαντικό τμήμα των νουκλεϊκών οξέων (DNA,RNA) του οργανισμού μας, αλλά ανευρίσκονται και σε πλήθος τροφών σε διαφορετικές συγκεντρώσεις. Μεταβολίζονται προς ουρικό οξύ, το οποίο φυσιολογικά, αποβάλλεται κυρίως από τους νεφρούς και λιγότερο μέσω των κοπράνων.

Βασικές αρχές διαιτητικής αντιμετώπισης της υπερουριχαιμίας:

- Κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων νερού (>2 lt ημερησίως)

- Τήρηση υποθερμιδικού διαιτολογίου σε περιπτώσεις παχυσαρκίας

- Αποφυγή κατανάλωσης αλκοόλ

- Αποφυγή κατανάλωσης τροφών που εμπεριέχουν 150 - 825 mg πουρινών/100 gr. Τέτοιες τροφές είναι οι αντσούγιες, τα εντόσθια, οι ρέγκες, το σκουμπρί, τα αλλαντικά, οι σαρδέλες, τα θαλασσινά (γαρίδες, οστρακοειδή, αστακός, κ.λ.π.), οι σούπες και οι ζωμοί κρεάτων και όσπρια πλούσια σε αδενίνη, όπως οι φακές και τα φασόλια.

- Αραιή συχνότητα κατανάλωσης τροφών που εμπεριέχουν 50-150 mg πουρινών/100 gr. Τέτοιες τροφές είναι: τα σπαράγγια, το σπανάκι, το κουνουπίδι, τα μανιτάρια, το κυνήγι, τα ψάρια, το κρέας, το κοτόπουλο και τα δημητριακά ολικής αλέσεως.

Ο καφές επιτρέπεται;

Παλαιότερα, σε περιπτώσεις ουρικής αρθρίτιδας, απαγορεύονταν η κατανάλωση κακάο, τσαγιού και καφέ λόγω των μεθυλοξανθινών που εμπεριέχουν. Σήμερα είναι γνωστό ότι φυσιολογικά ο άνθρωπος δεν μπορεί να μετατρέψει τις μεθυλοξανθίνες σε ουρικό οξύ και έτσι δεν υπάρχουν επιστημονικά δεδομένα που να υποστηρίζουν την αποφυγή τσαγιού, καφέ και κακάο σε περιπτώσεις υπερουριχαιμίας. Ίσως ο αποκλεισμός, να αποδίδει μόνο κατά περίπτωση.

Ο ρόλος της παχυσαρκίας

Η συσχέτιση μεταξύ ινσουλινοαντίστασης (που παρατηρείται στο μεταβολικό σύνδρομο) και αυξημένων επιπέδων ουρικού οξέος στο αίμα, είναι έντονη και επιβεβαιώνεται από κλινικές μελέτες. Συνεπώς:

α) η απώλεια βάρους και

β) η μείωση της κατανάλωσης τροφών πλούσιων σε απλά σάκχαρα (π.χ. ζάχαρη, γλυκά, αναψυκτικά, κ.λ.π.), πρέπει να γίνουν συνείδηση, κάθε υπέρβαρου-παχύσαρκου ασθενή με αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος.

Ενίσχυση της αντιοξειδωτικής άμυνας

Επειδή η αύξηση του ουρικού οξέος (που αποτελεί την ισχυρότερη υδατοδιαλυτή αντιοξειδωτική ουσία του οργανισμού μας) μεταφράζεται σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, ως ανάγκη του οργανισμού για αντιοξειδωτική κάλυψη, καλό θα ήταν τα άτομα με αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος, να καταναλώνουν καθημερινά επαρκείς ποσότητες φρούτων και λαχανικών (από τα επιτρεπόμενα), ώστε να καλύπτονται σε αντιοξειδωτικά στοιχεία (το ενδεχόμενο για πολυβιταμίνη πλούσια σε αντιοξειδωτικά στοιχεία πρέπει να εξετάζεται).

Ουρική αρθρίτιδα

Η υπερουριχαιμία μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την εναπόθεση κρυστάλλων ουρικού, σε διάφορα σημεία του σώματος και κυρίως στις αρθρώσεις, προκαλώντας ουρική αρθρίτιδα. Η ουρική αρθρίτιδα σε οξεία ή χρόνια μορφή, εμφανίζεται συνήθως μετά την ηλικία των 35 ετών και προσβάλει κυρίως τους άνδρες. Χαρακτηρίζεται από ξαφνικό και οξύ πόνο που συνήθως εντοπίζεται στο μεγάλο δάκτυλο του ποδιού.

Αξιοσημείωτο είναι πως η υπερουριχαιμία δεν οδηγεί πάντα σε ουρική αρθρίτιδα, ενώ η υπερουριχαιμία πάντα προηγείται της ουρικής αρθρίτιδας.

Ο ρόλος της σόγιας

Η σόγια είναι φυτό της οικογένειας των ψυχανθών, ποώδες και δικοτυλήδονο. Μοιάζει υπερβολικά με την φασολιά και ο καρπός του αποτελεί αντικείμενο συζητήσεων και διαξιφισμών. Η σόγια είναι καρπός με μεγάλη βιολογική αξία, όπως διατείνονται σύγχρονοι ερευνητές.

Η πρωτεΐνη της σόγιας έχει μεγάλη βιολογική αξία γιατί τα απαραίτητα αμινοξέα που εμπεριέχει, βρίσκονται στην ίδια σχεδόν αναλογία που υπάρχουν και στην ζωική πρωτεΐνη. Πιο συγκεκριμένα, γνωρίζουμε πως οι περισσότερες φυτικές πρωτεΐνες είναι «φτωχές» σε δύο απαραίτητα αμινοξέα, την λυσίνη και την μεθειονίνη. Τα όσπρια σε αντίθεση με τις άλλες τροφές του φυτικού βασιλείου είναι πλούσια σε λυσίνη ,ενώ η σόγια είναι πλούσια σε λυσίνη και συνάμα εμπεριέχει αξιοσημείωτα ποσά μεθειονίνης.

Σημαντική είναι η ποσότητα ασβεστίου που εμπεριέχει η σόγια, ενώ θα πρέπει να τονισθεί πως η απορρόφηση του ασβεστίου της σόγιας είναι καλύτερη από ότι από τ' άλλα όσπρια.

Επίσης ο καρπός της σόγιας εμπεριέχει σχεδόν όλο το σύμπλεγμα των βιταμινών Β και αξιοσημείωτα ποσά μαγνησίου και φωσφόρου.

Σε μεταανάλυση 38 κλινικών ερευνών φάνηκε ξεκάθαρα πως η κατανάλωση σόγιας (σε ποσά άνω των 17 γρ. πρωτεΐνης σόγιας) συμβάλλει στην μείωση της ολικής αλλά και LDL χοληστερόλης , στην αύξηση της HDL (αγγειοπροστατευτικής) χοληστερόλης και στην μείωση των τριγλυκεριδίων. Τα αποτελέσματα αυτά, συν του γεγονότος ότι η κατανάλωση σόγιας μειώνει την οξείδωση της LDL (αθηρογόνου) χοληστερόλης, οδηγούν στο συμπέρασμα πως η εισαγωγή της σόγιας στη διατροφή μπορεί να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα μείωσης της εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων.

Η σόγια αποτελεί από τις καλύτερες πηγές πρωτεΐνης σε ασθενείς με υπερουριχαιμία. Μελέτες υποδεικνύουν ότι η πρόσληψη σόγιας αυξάνει την απέκκριση και κάθαρση του ουρικού οξέος από τους νεφρούς.

Η αντικατάσταση μέρους του κόκκινου κρέατος που καταναλώνουμε με σόγια, προσδίδει σημαντικά οφέλη όχι μόνο στα άτομα που προβληματίζονται με το ουρικό οξύ, αλλά ευρύτερα σε όλους μας.