Παρασκευή 19 Απριλίου 2024 -

Κυρία Κούλα: Ο απαγορευμένος έρωτας του Κουμανταρέα στα βαγόνια του ηλεκτρικού [εικόνες & βίντεο]



Μία γυναίκα ώριμη, συντηρητική, παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών. Ενας νέος ανέμελος φοιτητής σε ένα βαγόνι του Ηλεκτρικού, στη διαδρομή από το Θησείο ως την Κηφισιά.

Το καταφύγιό τους στο σταθμό Άγιος Νικόλαος, όπου διατηρεί γκαρσονιέρα εκείνος και εκεί πλέκεται η ερωτική τους ιστορία.

Τη νουβέλα του Μένη Κουμανταρέα «Κυρία Κούλα» σκηνοθετεί η Έφη Θεοδώρου στο Faust με τη Μαρία Ζορμπά και τον Κωνσταντίνο Πλεμμένο.

«Το όνομα που διάλεξε ο συγγραφέας γι' αυτήν δίνει ένα πρώτο σημαντικό χαρακτηριστικό. Είναι ένα όνομα συνηθισμένο, χωρίς να της προσδίδει μία ιδιαιτερότητα» αναφέρει στο iefimerida η Μαρία Ζορμπά, που υποδύεται την κ. Κούλα.

Ο Μένης Κουμανταρέας έγραψε την Κυρία Κούλα στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Το πιο μικρό σε λέξεις βιβλίο του, αγαπήθηκε πολύ από το κοινό και είχε μεγάλη απήχηση μια και μέσα σε αυτο  επεξεργάζεται και τα δικά του, προσωπικά συναισθήματα, στις συχνές, εκείνη την περίοδο, διαδρομές του με τον Ηλεκτρικό.

«Η «Κυρία Κούλα» είναι ένα όνομα υποκοριστικό. Προέρχεται από το Κυριακή; Κι αν είναι έτσι είναι το κατάλληλο όνομα γι' αυτή τη γυναίκα, που αναζητά την παύση, το διάλειμμα, την έξοδο από την καθημερινότητα, την δική της ''Κυριακή '' που την βρίσκει στο πρόσωπο του νεαρού Μίμη, και τη ζει, για 2,5 περίπου μήνες» διερωτάται η Μαρία Ζορμπά .

«Ο θεατης γίνεται παράλληλα και ακροατής του βιβλίου»

«Η σκηνοθέτης μας 'Εφη Θεοδώρου μεταφέρει το βιβλίο επί σκηνής πάνω σε 3 άξονες. Αφήγηση - υπόδ​υση και κινηματογράφηση. 'Ετσι ο θεατής της παράστασης είναι ακροατής του βιβλίου, παρατηρητής της συνάντησης του ζευγαριού επί σκηνής και ταυτόχρονα θεατής μιας μικρής ταινίας που γυρίζεται ζωντανά την ώρα της παράστασης» τονίζει η Μαρία Ζορμπά

«Ο Κουμανταρέας πρωταγωνιστεί. Και η κ.Κούλα ζωντανεύει σιγά-σιγά μέσα από τις λέξεις, μια γυναίκα περιποιημένη στη τρίχα που βρίσκουμε στα μισά του έργου αχτένιστη, γυμνή, στην αγκαλιά ενός πολύ νεότερου άνδρα, να δοκιμάζει ακραία τον εαυτό της για να αναζητήσει στο τέλος μια ισορροπία καινούργια, εύθραυστη, καθώς εισέρχεται στην μεσήλικη ζωή της».

-Το κοινό, από την εμπειρία σας, αγαπάει τους «απαγορευμένους έρωτες»;

«Ναι. 'Ολοι βρίσκουμε κάτι εκεί από τον εαυτό μας. Είτε πρόκειται για βιβλίο, θέατρο, ταινία, οι ήρωες των απαγορευμένων ερώτων μας αγγίζουν, γιατί όλοι μας με κάποιο τρόπο έχουμε βρεθεί εκεί, έχουμε αναμετρηθεί έστω και φαντασιακά μ' αυτό που δεν ''πρέπει'', μ' αυτό που δεν θα έχουμε ποτέ. Είναι η ρίζα της ίδιας της ζωής, είναι το μήλο της Εύας».

-Σας πλησιάζουν γυναίκες μετά την παράσταση, ταυτίζονται με την ηρωίδα;

«Συμβαίνει πολύ. Γυναίκες αλλά και κορίτσια. Το ενδιαφέρον είναι ότι ταυτίζονται και άντρες. Μου έχει πει ένας κύριος ''περίμενα να ταυτιστώ με τον Μίμη, αλλά μου συνέβη με την κ. Κούλα. Ίσως λόγω ηλικίας, ίσως γιατί ο ερωτευμένος είναι πάντα ο ίδιος'' και νομίζω έτσι είναι. Ο ερωτευμένος είναι πάντα ο ίδιος. Έχουμε περάσει όλοι από εκεί, αναγνωρίζουμε, το ευάλωτο, το χτυποκάρδι, την αδεξιότητα, την αγωνία, τις τρελές ιδέες από το μυαλό, αυτόν τον εκτροχιασμό που περιγράφει ο Κουμανταρέας».

-Μιλάμε για ένα έργο της δεκαετίας του ‘70 που έκανε αίσθηση. Θεωρείτε ότι ένας έρωτας μεγαλύτερης με μικρότερο, αποτελεί και σήμερα ταμπού;

«Ναι φυσικά γιατί η δομή είναι πατριαρχική. Σε μερικές φυλές πρωτόγονες ακόμη, όπου η δομή είναι μητριαρχική τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Παρ' όλα αυτά ακριβώς δίπλα από τα ταμπού οι άνθρωποι καταφέρνουν και επιβιώνουν. Ζευγάρια σ' αυτό το ηλικιακό μοντέλο έχουν καταφέρει και σε παλαιότερες και πιο σκληρές εποχές, και σε κοινωνίες πιο άγριες και άκαμπτες σε επαρχίες και χωριά, έχουν καταφέρει να κάνουν την αγάπη τους αποδεκτή, να κάνουν παιδιά και οικογένειες με την γυναίκα σε μεγαλύτερη ηλικία από τον άνδρα. Καθόλου εύκολα βέβαια. Εδώ στην κ. Κούλα μιλάμε για μια διαφορά ηλικίας πολύ μεγάλη, σχεδόν αδιάβατη και έτσι πρέπει να είναι. Για να είναι ακραία η δοκιμασία, και γιατί η ερωτική ιστορία είναι το πρόσχημα για να συμβεί κάτι άλλο».

-Λείπει ο Κουμανταρέας από τα Ελλάδα σήμερα;

« Όπως κάθε σημαντικός δημιουργός. Ταυτόχρονα είναι και πολύ παρών. Υπάρχει το έργο του, υπάρχουν και θα υπάρχουν αναγνώστες, άνθρωποι που θα συνομιλούν μαζί του και στο μέλλον. Μέσα από τα βιβλία του, από συζητήσεις, αφιερώματα, δοκίμια, ή παραστάσεις σαν αυτή που προσπαθήσαμε να κάνουμε εμείς. Ευτυχώς άφησε πίσω του πολλά γραπτά πολλά βιβλία που αν διαβάσεις ένα, έχεις πάντα όρεξη και περιέργεια να διαβάσεις και κάποιο άλλο. 'Ενας συγγραφέας ''φιλικός προς τον αναγνώστη'' όπως έχει χαρακτηριστεί. Και για μένα αγαπητός σαν φίλος σχεδόν παρόλο που δεν υπήρξε προσωπική γνωριμία.

Διαβάζοντάς τον, αισθάνομαι μια βαθιά συνομιλία με τη πόλη του, που επανέρχεται, μέσα από πρόσωπα, εικόνες, τον ηλεκτρικό και τα λαϊκά σινεμά, πολυκατοικίες, μπετόν και νεοκλασικά που τα διαπερνά σχεδόν με νυστέρι για να δούμε και εμείς μέσα, ο ένας τον άλλον. Ένας κόσμος όπου ο ''μεγάλος ερωτικός'' εαυτός μας κυκλοφορεί εξόριστος».

-Ποια φράση της κ. Κούλας κρατάτε;

«Είναι αρκετές, είναι σαν νησίδες και ξεχωρίζουν. Ένα στέρεο έδαφος για να πατήσεις. Πάντα σε δεύτερο πρόσωπο γιατί είναι ο συγγραφέας που μιλάει για την κ. Κούλα - μιλώντας ίσως για τον εαυτό του. ‘Θα ήθελε να άκουγε μια φωνή πατρική που να σκεπάζει όλες τις άλλες, λόγια που από μόνα τους θα την οδηγούσαν σε ένα αίσθημα πλήρωσης, δικαίωσης για την ζωή. Θα ήθελε η φωνή αυτή να σκάψει απαλά μέσα της, να βγάλει αυτή την αίσθηση καταδίκης που βάραινε όλα της τα χρόνια, να της ξανάδινε τον κόσμο φωτεινό, καθαρό, όπως τον είχε νιώσει παιδί. Μονάχα που δεν μπορούσε να φανταστεί ψυχή γύρω της ·μόνο κάτι μουντές σκιές’.

-Τι εισπράττουν οι γυναίκες και τι οι άντρες μετά το τέλος της παράστασης;

«Συνήθως είναι συντονισμένοι όλοι σε μία κοινή αίσθηση, υπάρχει όμως μερικές φορές μια διαφωνία για τον λόγο που η Κούλα αφήνει τον Μίμη. Οι γυναίκες φαίνεται να καταλαβαίνουν και να εστιάζουν καλύτερα στην πάλη με τον εαυτό της, στην συνειδητοποίηση της πλάνης. Μερικοί άντρες θεατές λένε ‘τον άφησε γιατί την απατούσε’. Οι γυναίκες λένε ‘δεν την απατούσε, αλλά και μόνο ότι την βασάνιζε αυτή η σκέψη, σε βαθμό να χάνει τον εαυτό της, αυτό ήταν αρκετό για να τον αφήσει’. Είναι μια χαριτωμένη διαφωνία που κάπως εκθέτει και την διαφορά μας ως φύλα».

«Κυρία Κούλα» στο Faust

Δείτε το τρέιλερ της παράστασης

 

Σκηνική προσαρμογή - Σκηνοθεσία: Έφη Θεοδώρου Σκηνικά- Κοστούμια: Άση Δημητρολοπούλου Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης Camera live: Μικές Γλύκας
Παίζουν: Μαρία Ζορμπά, Κωνσταντίνος Πλεμμένος
Φωτογραφίες: Μυρτώ Αποστολίδου

Παραστάσεις: Παρασκευή, Σάββατο 9.00 μ.μ.
Κυριακή 7.00 μ.μ. Τιμές εισιτηρίων: 12 €, 10 € φοιτητικό, άνω των 65, ανέργων, 5 € ατέλεια