Παρασκευή 19 Απριλίου 2024 -

Ποια επαγγέλματα οδηγούν στην ανεργία



Στο 18,7 ανήλθε η ανεργία στο τέταρτο τρίμηνο του 2018 σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.

Αναλυτικότερα, το δ’ τρίμηνο του 2018 ο αριθμός των απασχολούμενων ανήλθε σε 3.833.745 άτομα και των ανέργων σε 881.099 άτομα. Το ποσοστό ανεργίας ήταν 18,7%, έναντι 18,3% του προηγούμενου τριμήνου (γ΄ τρίμηνο του 2018) και 21,2% το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγουμένου έτους (δ΄ τρίμηνο 2017).

Η απασχόληση μειώθηκε κατά 1,6%, σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και αυξήθηκε κατά 2,6%, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγουμένου έτους.

Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 1,1%, σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και μειώθηκε κατά 12,5%, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγουμένου έτους.

Παράλληλα, κατά το δ’ τρίμηνο του 2018 το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολούμενων εργάζονται ως μισθωτοί (66,8%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό (22,0%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο η μεγαλύτερη μείωση εμφανίζεται για τους βοηθούς στην οικογενειακή επιχείρηση και σε σχέση με το προηγούμενο έτος, εμφανίζεται μείωση στην απασχόληση για τους βοηθούς στην οικογενειακή επιχείρηση και αύξηση για τους μισθωτούς και τους αυτοαπασχολούμενους με προσωπικό.

Το ποσοστό μερικής απασχόλησης ανέρχεται σε 9,2%, ενώ το ποσοστό των ατόμων που έχουν προσωρινή εργασία σε 7,1%. Η μερική απασχόληση εμφανίζεται αυξημένη σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και ελαφρά μειωμένη σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Η προσωρινή απασχόληση έχει μειωθεί σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και έχει αυξηθεί σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.

Τα επαγγέλματα που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων είναι οι εργαζόμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές (23,1%) και οι επαγγελματίες (19,6%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο η μεγαλύτερη μείωση εμφανίζεται στους ανειδίκευτους εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες και η μεγαλύτερη αύξηση στους επαγγελματίες και με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους η μεγαλύτερη αύξηση εμφανίζεται στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη.

Το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων (46,0%) δηλώνει ότι εργάστηκε 40 – 47 ώρες την εβδομάδα αναφοράς, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (26,3%) δηλώνει ότι εργάστηκε 48 ή περισσότερες ώρες. Η πλειονότητα των απασχολουμένων (85,0%) δηλώνει ότι εργάστηκε τις συνήθεις ώρες, ενώ το 10,2% δηλώνει ότι θα επιθυμούσε να εργάζεται περισσότερες ώρες. Το 2,2% δηλώνει ότι έχει και δεύτερη εργασία, ενώ το 2,1% αναζητά εργασία αν και εργάζεται.

Τα χαρακτηριστικά των ανέργων

Οι βασικοί λόγοι που σταμάτησαν οι άνεργοι να εργάζονται είναι είτε γιατί η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (28,7%) είτε γιατί απολύθηκαν (23,4%). Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανέργων (19,3%) εργαζόταν στον κλάδο των ξενοδοχείων και εστίασης. Σε ότι αφορά στο επάγγελμα της προηγούμενης εργασίας τους, το μεγαλύτερο ποσοστό (30,9%) απασχολούνταν στην παροχή υπηρεσιών ή ως πωλητές. Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί στο παρελθόν (νέοι άνεργοι) είναι 20,6%.

Η πλειονότητα των ανέργων (69,4%) αναζητά εργασία ένα έτος ή περισσότερο (μακροχρόνια άνεργοι), ενώ ποσοστό 92,4% των ανέργων αναζητά εργασία ως μισθωτός με πλήρη απασχόληση. Το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν ότι δεν είναι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 21,5%, ενώ το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι λαμβάνουν επίδομα ή βοήθημα από τον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 13,1%.

Οι περιφέρειες Δυτικής Μακεδονίας, Δυτικής Ελλάδας και Βόρειου Αιγαίου εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας.

Η πλειονότητα των μη ενεργών ηλικίας 15 – 74 ετών δεν έχει εργαστεί ποτέ στο παρελθόν (46,6%) ή έχουν περάσει περισσότερα από 8 έτη από τότε που σταμάτησαν την τελευταία τους εργασία (28,3%).

Από τα άτομα που εργάστηκαν μέσα στα τελευταία 8 έτη, το μεγαλύτερο ποσοστό σταμάτησε να εργάζεται επειδή συνταξιοδοτήθηκε (60,2%) ή επειδή η εργασία του ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (12,0%).

Οι βασικοί λόγοι που δεν αναζητούν εργασία οι μη ενεργοί είναι το ότι βρίσκονται σε σύνταξη (37,1%) ή εκπαιδεύονται (24,2%). Το 1,6% των μη ενεργών αναζητά εργασία, αλλά δεν είναι άμεσα διαθέσιμο να την αναλάβει και το 1,5% δεν αναζητά εργασία επειδή πιστεύει ότι δε θα βρει ή δε γνωρίζει που θα απευθυνθεί.