Η επαναφορά της θανατικής ποινής από την κυβέρνησή του για την παραδειγματική τιμωρία των χιλιάδων συλληφθέντων, που φέρονται ως υπαίτιοι για το αποτυχημένο πραξικόπημα της περασμένης Παρασκευής, δεν αποκλείεται, δήλωσε σήμερα σε συνέντευξή του στο CNN o Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Μίλώντας στο αμερικανικό δίκτυο, ο Τούρκος πρόεδρος είπε χαρακτηριστικά: «Συντελέστηκε ένα ξεκάθαρο έγκλημα προδοσίας και το αίτημα (επαναφοράς της θανατικής ποινής) δεν μπορεί να απορριφθεί από την κυβέρνησή μας»
«Ωστόσο, προκειμένου αυτό το αίτημα να υλοποιηθεί ως συνταγματικό μέτρο, θα χρειαστεί να ληφθεί μία κοινοβουλευτική απόφαση. Οι επικεφαλής των κομμάτων θα πρέπει να συναντηθούν και να το συζητήσουν και, εφόσον δεχτούν να το κάνουν αυτό, τότε εγώ σαν πρόεδρος θα εγκρίνω οποιαδήποτε απόφαση προκύψει από τη βουλή», ανέφερε στη δημοσιογράφο Becky Anderson ο Ερντογάν, σε απευθείας μετάδοση από το προεδρικό του παλάτι στην Κωνσταντινούπολη.
Πρόκειται για την πρώτη συνέντευξη που έδωσε ο Ερντογάν από την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος της περασμένης Παρασκευής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι παραπάνω δηλώσεις «προαναγγέλλουν» ένα ρήγμα με την Ευρωπαϊκή Ένωση και ενδεχομένως και τις ΗΠΑ, αφού η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Φεντερίκα Μογκερίνι δήλωσε σήμερα ότι, εάν η Τουρκία επαναφέρει τη θανατική ποινή, δεν πρόκειται να γίνει ποτέ δεκτή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Υπενθυμίζεται ότι, στις πρώτες του δηλώσεις μετά από την ήττα των πραξικοπηματιών, ο Ερντογάν είχε δηλώσει ότι οι «υπεύθυνοι θα πληρώσουν βαρύ τίμημα για τις πράξεις τους».
Το βράδυ του περασμένου Σαββάτου, δε, είχε δηλώσει από την Κωνσταντινούπολη ενώπιον ενός πλήθους υποστηρικτών του, που φώναζαν συνθήματα υπέρ της επιβολής της θανατικής ποινής στους πραξικοπηματίες, ότι τέτοιου είδους αιτήματα ενδεχομένως θα συζητηθούν στην τουρκική Εθνοσυνέλευση.
Μέχρι στιγμής πάνω από 8.700 υπάλληλοι του τουρκικού υπουργείου Εσωτερικών έχουν απολυθεί από τις θέσεις τους, στο πλαίσιο της «εκκαθάρισης» που διεξάγει η κυβέρνηση Ερντογάν. Επίσης, τους 7.000 ξεπερνούν πλέον οι συλληφθέντες, μεταξύ των οποίων και υψηλόβαθμα στελέχη του στρατού της χώρας.
Γερμανικό βέτο: Αν η Τουρκία επαναφέρει τη θανατική ποινή, δεν έχει θέση στην ΕΕ
Χώρα η οποία επιτρέπει τη θανατική ποινή δεν μπορεί να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόνισε ο Γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ, απαντώντας σε σχετική ερώτηση για την Τουρκία.
"Η εισαγωγή της θανατικής ποινής θα σήμαινε το τέλος των ενταξιακών διαπραγματεύσεων", δήλωσε ο κ. Ζάιμπερτ. «Η Γερμανία και η ΕΕ έχουν μια σαφή στάση: Απορρίπτουμε κατηγορηματικά τη θανατική ποινή. Η εισαγωγή της θανατικής ποινής στην Τουρκία θα σημάνει τη λήξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ», είπε ο Στέφαν Ζάιμπερτ.
«Κάποιες δηλώσεις στην Τουρκία σχετικά με την επαναφορά της θανατικής ποινής είναι ανησυχητικές. Θέλουμε να περιμένουμε πώς θα εξελιχθεί η εσωτερική συζήτηση στην Τουρκία για αυτό το θέμα. Η Γερμανία και τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν επ' αυτού σαφή θέση: Απορρίπτουμε κατηγορηματικά τη θανατική ποινή. Μια χώρα που έχει τη θανατική ποινή, δεν μπορεί να είναι μέλος της ΕΕ. και η επαναφορά της θανατικής ποινής στην Τουρκίας θα σήμαινε το τέλος των ενταξιακών διαπραγματεύσεων», δήλωσε ο Ζάιμπερτ και υπενθύμισε ότι η Τουρκία έχει υπογράψει και επικυρώσει το 13ο Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Συνθήκης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ως εκ τούτου υποχρεούται, όπως και πολλά άλλα κράτη, στην πλήρη κατάργηση της θανατικής ποινής. «Η ΕΕ είναι μια κοινότητα αξιών, η οποία έχει συμφωνήσει ότι η θανατική ποινή βρίσκεται εκτός των αξιών της, ότι είναι απαράδεκτη υπό οποιεσδήποτε συνθήκες και ότι απορρίπτεται κατηγορηματικά. Γι' αυτό η επαναφορά της θανατικής ποινής μπορεί μόνο να σημαίνει ότι μια τέτοια χώρα δεν θα μπορούσε να είναι μέλος της Ε.Ε.», επανέλαβε.
Ο Ζάιμπερτ αναφέρθηκε ακόμη στην υποχρέωση της Τουρκίας να σεβαστεί το Κράτος Δικαίου και έκανε λόγο για «αποκρουστικές σκηνές εκδίκησης και αυθαιρεσίας εναντίον στρατιωτών στον δρόμο» στις πρώτες ώρες μετά την αποτυχία της απόπειρας πραξικοπήματος. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό, δήλωσε ο Γερμανός εκπρόσωπος και τόνισε ότι σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ειπωθεί με σαφήνεια ότι «τίθενται σοβαρά ερωτήματα και σκέψεις, αν ήδη μια μέρα έπειτα από μια απόπειρα πραξικοπήματος 2.500 δικαστές εκδιώκονται από τη θέση τους». Ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι «το τουρκικό κράτος, η τουρκική Δικαιοσύνη πρέπει να αναλάβει δράση εναντίον των υπευθύνων της απόπειρας πραξικοπήματος. Για αυτό όμως πρέπει τηρηθεί το Κράτος Δικαίου και η αντιστοιχία (αδικημάτων και τιμωρίας). Η Τουρκία έχει υπογράψει το 13ο Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Συνθήκης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, είναι υποψήφια προς ένταξη στην ΕΕ. Μόνο και μόνο αυτά την υποχρεώνουν στην τήρηση των αρχών του Κράτους Δικαίου και όλων των αρχών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σε όλες μας τις συζητήσεις με την Τουρκία θα το καταστήσουμε σαφές, όπως θα κάνει και η ΕΕ (…) Εάν ανοίξουν νέα Κεφάλαια ενταξιακών διαπραγματεύσεων, τότε θα πρόκειται για τα σχετικά με το Κράτος Δικαίου και τότε θα βρισκόμαστε ακριβώς σε αυτά τα θέματα που πρέπει να συζητήσουμε με πολύ σαφή τρόπο. Οι προσδοκίες από ένα υποψήφιο κράτος-μέλος είναι πολύ σαφείς», τόνισε.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το εάν θα πρέπει να αναθεωρηθεί ούτως ή άλλως η ενταξιακή διαδικασία για την Τουρκία, ο Ζάιμπερτ δήλωσε ότι είναι γνωστό το πρόβλημα στο άνοιγμα νέων Κεφαλαίων, διότι το σημαντικό θέμα της Κύπρου δεν έχει λυθεί ακόμη. «Όταν αυτό το εμπόδιο θα έχει, ας πούμε, ξεπεραστεί, τότε θα έρθουμε ακριβώς σε αυτά τα Κεφάλαια στα οποία θα υπάρξει πολύ εντατική συζήτηση με την Τουρκία, για το Κράτος Δικαίου και τα Εσωτερικά», δήλωσε και πρόσθεσε: «Η γερμανική κυβέρνηση πάντως δεν ζητάει την αναστολή των διαπραγματεύσεων, αλλά σε αυτές τις διαπραγματεύσεις θα πρέπει να μιλήσουμε πολύ συγκεκριμένα για τα δύσκολα θέματα. Το ίδιο το γεγονός ότι η Τουρκία βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για ένταξη στην ΕΕ, ότι είναι υποψήφια, ήδη την υποχρεώνει για την τήρηση των αρχών του Κράτους Δικαίου και των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».
Από την πλευρά του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, ο εκπρόσωπος Σεμπάστιαν Φίσερ δήλωσε ότι η γερμανική κυβέρνηση ζήτησε από την αρχή από την τουρκική κυβέρνηση να τηρήσει τους κανόνες της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου. «Για αυτά τα θέματα, του Κράτους Δικαίου και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συζητούμε με την Τουρκία ήδη εδώ και αρκετά χρόνια, ειδικά στο πλαίσιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Και αν πρόκειται να υπάρξει πρόοδος σε αυτές τις συζητήσεις, υπάρχουν συγκεκριμένα θέματα που πρέπει ακόμη να αλλάξουν στην Τουρκία. Εμείς συνεχίζουμε αυτή την πορεία και θεωρούμε ότι εξακολουθεί να είναι προς το συμφέρον της Τουρκίας να ακολουθήσει αυτή την πορεία. Αυτός είναι και ο εκπεφρασμένος στόχος της κυβέρνησης Γιλντιρίμ, να συνεχιστούν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις και, εάν είναι δυνατό, μελλοντικά να φτάσουν σε επιτυχή κατάληξη».
Οι τουρκικές αρχές πρέπει να σεβαστούν τα συνταγματικά και τα θεμελιώδη δικαιώματα στην απάντηση που δίνουν στο αποτυχημένο πραξικόπημα, δήλωσε σήμερα η επικεφαλής της διπλωματίας της ΕΕ Φεντερίκα Μογκερίνι. "Ζητούμε την πλήρη τήρηση της συνταγματικής τάξης και εμείς ως ΕΕ υπογραμμίζουμε τη σημασία του έχει η κυριαρχία του κράτους δικαίου στη χώρα", δήλωσε η Μογκερίνι σε συνέντευξη Τύπου μετά τη σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ με τον Αμερικανό ομόλογό τους Τζον Κέρι στις Βρυξέλλες. "Συμμεριζόμαστε τις ανησυχίες για αυτό που συμβαίνει στη χώρα αυτές τις ώρες. Πρέπει να σεβαστούμε, να κάνουμε την Τουρκία να σεβαστεί τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες", σημείωσε η επικεφαλής της διπλωματίας της ΕΕ.
ΕΕ και οι ΗΠΑ καλούν την Τουρκία να σεβαστεί το κράτος δικαίου μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα στη χώρα αυτή, δήλωσε σήμερα ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις Βρυξέλλες, ενώ πρόσθεσε ότι κατέστησε σαφές στην Τουρκία πως πρέπε να παράσχει στοιχεία που να αντέχουν τον έλεγχο για να τεκμηριώσει το αίτημά της για την έκδοση από τις ΗΠΑ του ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν.
"Καλούμε σταθερά την κυβέρνηση της Τουρκίας να διατηρήσει την ηρεμία και τη σταθερότητα στη χώρα και καλούμε επίσης την κυβέρνηση της Τουρκίας να σεβαστεί τους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας και το κράτος δικαίου", δήλωσε ο Κέρι στο τέλος μιας συνεδρίασης με τους υπουργους Εξωτερικών της ΕΕ.
Αναφορικά με το τουρκικό αίτημα να εκδοθεί ο Γκιουλέν, ο Κέρι τόνισε πως "οι ΗΠΑ έχουν μια επίσημη διαδικασία για τον χειρισμό αιτημάτων έκδοσης, η Τουρκία πρέπει να στείλει στοιχεία, όχι ισχυρισμούς".
Ενταξιακές διαπραγματεύσεις
Τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση θέτουν υπό αμφισβήτηση στελέχη των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού στην Γερμανία μετά τις τελευταίες εξελίξεις, αναφερόμενοι κυρίως στην μεταχείριση που επιφυλάσσει ο Ταγίπ Ερντογάν στους αντιπάλους του.
Αν ο Πρόεδρος Ερντογάν εκμεταλλευτεί την κατάσταση «προκειμένου να περιορίσει περαιτέρω τα συνταγματικά δικαιώματα, τότε οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις θα γίνουν από δύσκολες έως απίθανες», δηλώνει ο επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στέλεχος των Γερμανών χριστιανοδημοκρατών (CDU) Έλμαρ Μπροκ στην «Handelsblatt».
Αναφερόμενος στις εκκαθαρίσεις που δρομολογεί ο Τούρκος Πρόεδρος στον στρατό, στο Δημόσιο και στο Δικαστικό Σώμα, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου Νόρμπερτ Ρέτγκεν (CDU) τονίζει στην εφημερίδα «Die Welt» ότι «αυτό πρέπει να σημαίνει ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν θα χρησιμοποιήσει το πραξικόπημα προκειμένου να διευρύνει και να εδραιώσει την εξουσία του στο κράτος, κυρίως εξουδετερώνοντας τον έλεγχο και την αντιπολίτευση».
Ο επικεφαλής της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Bundestag Γκούντερ Κρίχμπαουμ (CDU) από την πλευρά του καλεί την τουρκική κυβέρνηση να σεβαστεί τις δημοκρατικές αρχές, επισημαίνοντας ότι το άδικο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με άλλο άδικο. «Πιο εύκολα θα περάσει μια καμήλα από το μάτι της βελόνας, παρά ένα μη δημοκρατικό κράτος θα γίνει μέλος της Ε.Ε.», δηλώνει χαρακτηριστικά επίσης στην «Welt», ενώ από την πλευρά των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), ο Γενικός Γραμματέας Αντρέας Σόιερ ζητεί να επανεξεταστούν τώρα σοβαρά οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με την Ε.Ε. «Για όποιον δεν το έχει καταλάβει ως τώρα, η πολιτική της Ε.Ε. σε ό,τι αφορά την Τουρκία πρέπει να ελεγχθεί στο σύνολό της», τονίζει.
Εξίσου ανήσυχοι εμφανίζονται και οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), με τον αντιπρόεδρο της Κοινοβουλευτικής τους Ομάδας Ρολφ Μούτσενιχ να καλεί την Καγκελάριο 'Αγγελα Μέρκελ να αντιμετωπίσει σκληρότερα τον κ. Ερντογάν. «Η Καγκελάριος πρέπει να εκφραστεί πιο ξεκάθαρα από ό,τι έχει εκφραστεί κατά το παρελθόν», δηλώνει ο κ. Μούτσενιχ στην «Koelner Stadt-Anzeiger» και προσθέτει ότι χρειάζονται και δημόσια μηνύματα, όπως συναντήσεις με την αντιπολίτευση. Ο ίδιος πάντως απορρίπτει την διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. «Οι διαπραγματεύσεις παραμένουν ένα εργαλείο για να επηρεάσει κανείς τις συνθήκες στην Τουρκία», εκτιμά.
Ο αρμόδιος της SPD για την πολιτική 'Αμυνας Ράινερ 'Αρνολντ, μιλώντας στην «Handelsblatt», θεωρεί ότι στην Τουρκία τα πράγματα θα γίνουν «χειρότερα και πιο αυταρχικά» και ότι στην Γερμανία θα καταστεί ακόμη δυσκολότερη η συζήτηση σχετικά με το εάν η Τουρκία είναι ο σωστός σύμμαχος.
Η δε Επίτροπος της γερμανικής κυβέρνησης για τους πρόσφυγες Αϊντάν Εζογκιούζ (SPD) προειδοποιεί τον Ταγίπ Ερντογάν να αποφύγει την εκδίκηση. «Φοβάμαι ότι ο Ερντογάν θα εκμεταλλευτεί αυτή την κατάσταση και θα προσπαθήσει να ισχυροποιήσει τη θέση του και μάλιστα όχι οπωσδήποτε στη βάση των αρχών του Κράτους Δικαίου», δηλώνει στην «Ruhr Nachrichten», τονίζοντας ότι είναι το ακριβώς αντίθετο που χρειάζεται τώρα, ο Ταγίπ Ερντογάν να μην προπαγανδίζει την εκδίκηση και να εγγυηθεί δίκαιες δίκες - «ακριβώς εκεί βρίσκεται το πρόβλημα εμπιστοσύνης».