Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024 -

Τους διώξανε από την Ελλάδα και διέπρεψαν στο εξωτερικό



Όταν το 2011 ο Νίκος Δρανδάκης εξασφάλισε χρηματοδότηση ύψους 40.000 ευρώ προκειμένου να ξεκινήσει τη λειτουργία της διαδικτυακής πλατφόρμας Taxi Beat, δεν μπορούσε να φανταστεί πως λίγα χρόνια αργότερα το εγχείρημα αυτό θα εξελισσόταν σε παγκόσμιο success story. Η εταιρεία που γεννήθηκε στην Αθήνα της οικονομικής κρίσης από 4 ανθρώπους, ανήκει πλέον σε μεγάλο πολυεθνικό όμιλο, έχει παρουσία σε 4 χώρες και διαθέτει επενδυτικό πλάνο το οποίο υπερβαίνει το 1 δισ. ευρώ για τα επόμενα 2 χρόνια.

Την περίοδο που ξεκινά τη λειτουργία της η καινοτόμος εταιρεία, η Ελλάδα βρίσκεται σε περιδίνηση. Επικρατεί πολιτική αστάθεια, η χώρα είναι εκτός αγορών και σχεδόν εκτός ευρωζώνης, ενώ το κέντρο της Αθήνας θυμίζει εμπόλεμη ζώνη με καθημερινές συγκρούσεις διαδηλωτών αστυνομίας.

Από τα τέλη του 2011, εκατοντάδες ξένοι δημοσιογράφοι συρρέουν στη χώρα για να καλύψουν την ελληνική κρίση, η οποία απειλεί να τινάξει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα στον αέρα. Ορισμένοι από αυτούς, αναζητώντας μία θετική ιστορία στο εσωτερικό της Ελλάδας, ανακαλύπτουν την Taxi Beat.

Τα ρεπορτάζ των ξένων δικτύων για την εφαρμογή που άλλαζε τον τρόπο των μετακινήσεων με ταξί στην Αθήνα, προσέλκυσαν την προσοχή πολλών Ελλήνων που κατοικούσαν στο εξωτερικό. Σε σύντομο χρονικό διάστημα ο Νίκος Δρανδάκης άρχισε να δέχεται εκατοντάδες email με προτάσεις για την επέκταση της εταιρείας στο εξωτερικό.

Το πρώτο βήμα έγινε όταν ο ιδρυτής της Beat αποφάσισε να συνεργαστεί με 2 Έλληνες στη Βραζιλία το 2012. Στη συνέχεια οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες, με την εταιρεία να επεκτείνεται στο Μεξικό και το Περού.

Το επενδυτικό εγχείρημα, ωστόσο, δεν εξελίχθηκε εντελώς απρόσκοπτα. Το 2014 η εταιρεία αποφασίζει να αποσυρθεί από τη Βραζιλία και το Μεξικό, προκειμένου να επικεντρωθεί στο Περού. Ο Νίκος Δρανδάκης και οι συνεργάτες του δεν αντιλαμβάνονται πλήρως πως η προσπάθεια της επέκτασης ήταν ιδιαίτερα απαιτητική σε κεφάλαια. Είχαν εξασφαλίσει περίπου 7 εκατομμύρια ευρώ, όταν μόνο ένας από τους ανταγωνιστές τους στη Βραζιλία είχε χρηματοδότηση ύψους 200 εκατομμυρίων ευρώ.

Ωστόσο, σύντομα η Beat εδραιώνεται στο Περού και κατακτά την πρώτη θέση στην αγορά. Το Φεβρουάριο του 2017, η εταιρεία περνάει πλέον σε άλλη εποχή. Ολοκληρώνεται η εξαγορά της από τον γερμανικό όμιλο Daimler, μέσω της θυγατρικής του My taxi, έναντι 43 εκατομμυρίων ευρώ.

Παρά την παγκόσμια επιτυχία της Beat, ορισμένοι στην ελληνική κυβέρνηση δεν βλέπουν με καλό μάτι την πρόοδο της εταιρείας. Λίγους μήνες μετά την εξαγορά της από τη Daimler, ο υπουργός Υποδομών Χρήστος Σπίρτζης υποστηρίζει ευθέως πως η εταιρεία φοροδιαφεύγει.

Την περίοδο εκείνη το υπουργείο Υποδομών ετοιμάζει νομοθετική πρωτοβουλία για τον κλάδο των ταξί, την οποία στηρίζει με πάθος ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Ταξί, Θύμιος Λυμπερόπουλος.

Ο συνδικαλιστής, τον οποίο υποστήριζε επί σειρά ετών η ΝΔ, εξαπολύει σφοδρές επιθέσεις σε κάθε ευκαιρία στη Beat και προσωπικά στο Νίκο Δρανδάκη. Η Beat ελέγχεται επανειλημμένα από την ΑΑΔΕ, δίχως να διαπιστωθούν φορολογικές παραβάσεις.

Η αντιπαράθεση κορυφώθηκε στις αίθουσες των δικαστηρίων, όταν η Beat κατέθεσε αγωγή κατά του κ. Λυμπερόπουλου. Στο πολυμελές πρωτοδικείο Αθηνών, ο Χρήστος Σπίρτζης παίρνει σαφή θέση υπέρ του γνωστού συνδικαλιστή, αναφέροντας πως εάν ο ίδιος ήταν διευθύνων σύμβουλος της Daimler δε θα πρότεινε την εξαγορά της εταιρείας.

Μιλώντας στο economistas ο Νίκος Δρανδάκης τονίζει πως σε καμία χώρα δεν αντιμετωπίστηκε τόσο εχθρικά η εταιρεία. «Βρισκόμαστε σε μόνιμο διάλογο με τις αρχές σαν παίκτης της αγοράς, όχι σαν εχθρός», αναφέρει.

Η εταιρεία πλέον σχεδιάζει τα επόμενα βήματά της. Την περασμένη εβδομάδα επανήλθε στην αγορά στο Μεξικό με μεγάλη επιτυχία. Είναι ενδεικτικό πως την Παρασκευή, 22 Φεβρουαρίου, έφτασε τις 24.000 διαδρομές σε μόλις μία ημέρα. Για να πετύχει το αντίστοιχο νούμερο στη Χιλή, χρειάστηκαν περίπου 4 μήνες.

Το σχέδιο της Beat προβλέπει την επέκτασή της σε άλλα κράτη της λατινικής Αμερικής αλλά και σε άλλες ηπείρους. Στην Ελλάδα, τη Χιλή, την Κολομβία και το Μεξικό, η εταιρεία απασχολεί 500 εργαζόμενους, με τους μισούς να βρίσκονται στη χώρα μας. Τους τελευταίους μήνες μάλιστα 25 άτομα, κυρίως Έλληνες, πήραν την απόφαση να επιστρέψουν στην Ελλάδα για να εργαστούν για την επιχείρηση, αφήνοντας την καριέρα τους στο εξωτερικό.

Μετά την ανακοίνωση της συνεργασίας, 2 κορυφαίων γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών, της Daimler και της BMW, για τη δημιουργία κοινών υπηρεσιών αστικής κινητικότητας, η Beat διαθέτει μία ακόμα καλύτερη βάση για τη μελλοντική της ανάπτυξη.

Η εταιρεία θα συνεχίσει με την ίδια εμπορική ονομασία τα επόμενα έτη, ενώ η έδρα της θα παραμείνει στην Ελλάδα.

του Αχιλλέα Τόπα από το economistas.gr