Κυριακή 01 Δεκεμβρίου 2024 -

«Πλησίασα το αυτοκίνητο που “κάπνιζε”, ο άνθρωπος μέσα ακόμη καιγόταν! Ήταν ο κύριος Βασίλης…»



Ο Κώστας Σαρικάς περιγράφει τις συνταρακτικές στιγμές που έζησε στη μεγάλη φωτιά που κατέστρεψε το Μάτι. Ο δημοσιογράφος του Alpha μίλησε στο Down Town και τη Φανή Πλατσατούρα, όπου αφηγήθηκε τα όσα είδε με τα μάτια του στην πληγείσα περιοχή και τα οποία δεν φεύγουν στιγμή από το μυαλό του.

«Ήμουν στο κανάλι και με ειδοποιούν να φύγω για την Κινέτα όπου έχει αρπάξει φωτιά. Στον δρόμο με παίρνουν τηλέφωνο και μου λένε “γύρνα πίσω, έχει πιάσει μεγαλύτερη φωτιά στην Πεντέλη”. Bρέθηκα αμέσως εκεί. Η φωτιά ήταν ακόμη στα πρώτα σπίτια του Νέου Βουτζά. Πυροσβεστικές δυνάμεις από ελάχιστες έως καθόλου. Η αστυνομία ανύπαρκτη. Τότε καταλαβαίνω ότι αυτή η φωτιά θα εξελιχθεί σε τραγωδία. Και ύστερα ξεκίνησε ο εφιάλτης. Φλόγες έβγαιναν από τα σπίτια, άνθρωποι καίγονταν ζωντανοί, τρέχαμε όλοι πανικόβλητοι να ξεφύγουμε από τους καπνούς γιατί πνιγόμασταν.

Η φωτιά είχε 20 μέτρα ύψος και δεκάδες μέτωπα. Κάποιοι πήγαν προς τη Ραφήνα και άλλοι προς τη Νέα Μάρκη. Όσοι επέλεξαν να πάνε προς τη θάλασσα, έκαναν τη χειρότερη επιλογή γιατί εγκλωβίστηκαν. Η εικόνα εκεί, θύμιζε ζούγκλα. Υπήρχαν στιγμές που από τους καπνούς δεν μπορούσαμε να δούμε τίποτα. Πηγαίναμε στα τυφλά. Σύντομα συνειδητοποίησα ότι δεν σώζεται ούτε ο Βουτζάς, ούτε το Μάτι. Ερχόταν το τέλος της περιοχής, η φωτιά θα έσβηνε στη θάλασσα. Έβλεπα κόσμο να τρέχει, να κλαίει, να ψάχνει τα παιδιά του. Να χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί την μάνα, κυριολεκτικά.

Μετά ξεκίνησα τη ζωντανή σύνδεση. Όταν η φωτιά κόπιασε αρκετά, προσπαθήσαμε να ερευνήσουμε την περιοχή. Να δούμε τι απέμεινε. Είχαμε αφήσει πίσω ανθρώπους, ζώα δεμένα στις αυλές και σπίτια μέσα στις φλόγες. Ήταν όλα καμένα. Ζητάω να κάνουμε κάποια κοντινά πλάνα σε ένα αυτοκίνητο που κάπνιζε ακόμη. Εκεί, μέσα στο αυτοκίνητο, εντόπισα, δυστυχώς, τον πρώτο νεκρό. Ο άνθρωπος ακόμη καιγόταν. Αργότερα, έμαθα τα στοιχεία του. Ήταν ο κύριος Βασίλης που κάηκε στην προσπάθειά του να σωθεί από τις φλόγες.

Συνεχίζαμε να βρίσκουμε απανθρακωμένους ανθρώπους. Άλλοι με ανοιχτό το στόμα και άλλοι μέσα στα αυτοκίνητα, γυναίκες και παιδιά. Μόνο την πρώτη ώρα, αντίκρυσα περισσότερους από δέκα νεκρούς. Ακόμη και τώρα, τους βλέπω μπροστά μου. Κλείνω τα μάτια το βράδυ στο σπίτι μου και τους βλέπω. Άκουσα μια συγκλονιστική ιστορία ενός πατέρα που κρατούσε το παιδί του από το χέρι και το έχασε και ο πατέρας έζησε και το παιδί αγνοείται. Πώς αυτός ο άνθρωπος να συνεχίσει τη ζωή του;».