Από τους περίπου 1.500 ασθενείς που συμμετείχαν στη μελέτη (κυρίως άνδρες), οι διαζευγμένοι, όσοι ήταν σε διάσταση και οι χήροι είχαν περίπου 40% περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν ή να παρουσιάσουν εκ νέου κάποιο πρόβλημα υγείας τα επόμενα χρόνια, σε σύγκριση με τους παντρεμένους.
Το συμπέρασμα αυτό, το οποίο επιβεβαιώνει τα αποτελέσματα παρόμοιων μελετών, θα μπορούσε να εξηγηθεί λόγω της φροντίδας που παρέχει το έτερον ήμισυ του ασθενούς είτε στο σπίτι είτε όταν, για παράδειγμα, επιλέγει το νοσοκομείο όπου θα μεταφέρει τον δικό του άνθρωπο, σημειώνουν οι συγγραφείς της μελέτης.
Οι επιστήμονες θεωρούν πάντως ότι απαιτείται να γίνουν και άλλες έρευνες «για να καθοριστούν οι μηχανισμοί που συνδέονται με τον γάμο και την εξέλιξη του ασθενούς μετά από μια χειρουργική επέμβαση».
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα που προέρχονταν από μια μελέτη του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν με αντικείμενο την υγεία και τη συνταξιοδότηση. Σε αυτή τη μελέτη συμμετείχαν συνολικά περισσότεροι από 29.000 άνθρωποι άνω των 50 ετών από το 1998 και μετά. Από τους 1.576 που συμμετείχαν στο αρχικό στάδιο της μελέτης, το 65% ήταν παντρεμένοι, το 12% διαζευγμένοι ή σε διάσταση, το 21% χήροι και το 2% δεν είχαν παντρευτεί ποτέ. Όλοι τους επανεξετάζονταν κάθε δύο χρόνια μετά τη χειρουργική επέμβαση στην οποία υποβλήθηκαν και ανέφεραν όχι μόνο την κατάσταση της υγείας τους αλλά και την οικογενειακή τους κατάσταση και τη φροντίδα που δέχονταν.