Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024 -

Η ανείπωτη ναυτική τραγωδία του "Αλέξανδρος Ζ'" (Μάρτιος 1923)


Όπως είναι γνωστό, ο Ελληνικός στόλος είχε εξέλθει αλώβητος από την τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής, καθώς δεν είχε καμία απώλεια είτε σε σκάφη, είτε σε προσωπικό. Οι περισσότεροι αξιωματικοί του προσχώρησαν στην Επανάσταση του 1922 μεταφέροντας τις μονάδες της υπό τους Πλαστήρα - Γονατά από την Λέσβο και την Χίο στο Λαύριο. Επικεφαλής του Στόλου είχε οριστεί ο Αλέξανδρος Χατζηκυριάκος, γνωστός βενιζελικός αξιωματικός που είχε αποταχθεί από τις μετανοεμβριανές κυβερνήσεις, ενώ υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση Γονατά είχε αναλάβει ο Κωνσταντίνος Βούλγαρης. Μόλις λίγους μήνες μετά την τραγική Καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού, επήλθε μια ασύλληπτη ναυτική τραγωδία στη νήσο Ψυττάλεια.
 
Εκείνη την εποχή όλος ο Ελληνικός Στόλος προσορμιζόταν στον ναύσταθμο της Σαλαμίνας όπου εν καιρώ ειρήνης βρίσκονταν πάνω από 3.000 αξιωματικοί και ναύτες του πολεμικού ναυτικού. Κάθε Σαββατοκύριακο οι μισοί από αυτούς λάμβαναν 48ωρη άδεια και το πολεμικό Ναυτικό είχε μισθώσει 4 μικρά εμπορικά ατμόπλοια για να τους παραλαμβάνουν από τον ναύσταθμο και να τους μεταφέρουν στο Κερατσίνι. Τα ατμόπλοια χρειάζονταν περίπου 90 λεπτά να διανύσουν την απόσταση αυτή με μέση ταχύτητα 8 κόμβους. Ένα από τα ατμόπλοια αυτά ήταν το ρυμουλκό Αλεξανδρος Ζ που ναυπηγήθηκε το 1920 στην Ολλανδία από την εταιρεία NV Baanhoek. Είχε χωρητικότητα 158 τόννους, μήκος 28 μέτρων και πλάτος 20.6 μ. Το γράμμα "Ζ" προερχόταν από την ιδιοκτήτρια ναυτιλιακή εταιρία Ζαλοκώστα και το πλοίο είχε αγοραστεί 3.000.000 δρχ.
 
Η τραγωδία
 
Το Σάββατο 10 Μαρτίου 1923 η μέρα ήταν ιδιαίτερα βροχερή ενώ έπνεαν και ισχυροί άνεμοι στην περιοχή. Όλοι οι εξοδούχοι περίμεναν ανυπόμονα στον ναύσταθμο να περάσουν στην απέναντι ακτή, καθώς οι καιρικές συνθήκες είχαν καθυστερήσει τα δρομολόγια. Όταν η κατάσταση βελτιώθηκε πρόσκαιρα, πρώτο για το Κερατσίνι ξεκίνησε το ρυμουλκό Μύκονος και το ακολούθησε λίγα λεπτά μετά η Σαλαμινία. Το μοιραίο ρυμουλκό Αλέξανδρος Ζ΄ πλεύρισε αρχικά τα θωρηκτά Αβέρωφ, Κιλκίς και Λήμνος παραλαμβάνοντας τους εξοδούχους τους. Φαίνεται όμως ότι στο κατάστρωμα του βρέθηκαν αρκετοί υπεράριθμοι, με αποτέλεσμα να μεταφέρει 300 ναύτες και 12 αξιωματικούς. Αν και κυβερνήτης του πλοίου είχε οριστεί ο ανθυποπλοίαρχος Μπαλτατζής, εν ενεργεία αξιωματικός του πολεμικού Ναυτικού, αυτός δεν βρισκόταν στην γέφυρα, αλλά τον αντικαθιστούσε ένας κελευστής, κάτι που γινόταν συχνά στα δρομολόγια αυτά καθώς η απόσταση ήταν πολύ μικρή και το δρομολόγιο αρκετά εύκολο.
 
Η πορεία του Αλέξανδρος Ζ΄ εξ αρχής ήταν προβληματική καθώς οι άνεμοι ισχυροποιήθηκαν και μεγάλα κύματα το χτυπούσαν από την δεξιά πλευρά. Καθώς λοιπόν τα κύματα χτυπούσαν τη δεξιά πλευρά και έβρεχαν το κατάστρωμα οι επιβαίνοντες ναύτες συγκεντρώνονταν στην αριστερή μεταβάλλοντας την ισορροπία του πλοίου. Το πλοίο άρχισε να γέρνει επικίνδυνα προς τα αριστερά και όλοι οι αξιωματικοί που επέβαιναν ανέβηκαν στην γέφυρα του Αλέξανδρος Ζ΄ φωνάζοντας με απελπισία στους ναύτες να μοιραστούν και στις δύο πλευρές του πλοίου. Οι φωνές τους όμως εν μέσω θαλασσοταραχής δεν έγιναν κατανοητές αλλά αντίθετα επέτειναν την σύγχυση και η τραγική κατάληξη δεν άργησε.
 
Το Αλέξανδρος Ζ΄ στις 14.15 ενώ είχε πλευρίσει την νησίδα Ψυττάλεια βυθίστηκε αύτανδρο μέσα σε λίγα λεπτά, παρασύροντας στον πάτο της θάλασσας σχεδόν το σύνολο των επιβαινόντων. Οι πνιγμένοι ξεπέρασαν τους τριακόσιους (12 Αξιωματικοί, 87 υπαξιωματικοί, 193 ναύτες και 5 μηχανικοί). Ο καπετάνιος του τέταρτου πλοίου που ακολουθούσε επέστρεψε στον ναύσταθμο ενημερώνοντας για την ανείπωτη συμφορά. Ακαριαία τα θωρηκτά Αβέρωφ και Λήμνος απέστειλαν σωστικές λέμβους που βρέθηκαν στον τόπο του ναυαγίου μία ώρα μετά σώζοντας τους ελάχιστους επιζήσαντες που κατάφεραν να βρεθούν στην δεξιά μεριά του πλοίου και να πηδήξουν στην θάλασσα λίγο πριν αυτό αναποδογυρίσει. Δυνάμεις ναυτών με επικεφαλής των Πλωτάρχη τότε Αλεξανδρή και τον Ανθ/ρχο Νεόφυτο, είχαν αναλάβει την περισυλλογή των ναυαγών και των πτωμάτων. Ύστερα από λίγες ώρες που κόπασε κάπως η θάλασσα, ατμάκατοι και σωσίβιες βάρκες του Π.Ν. και ιδιωτικές έφτασαν στον τόπο του ναυαγίου και άρχισαν να μαζεύουν τα επιπλέοντα που ανήκαν στα τραγικά θύματα ου ναυαγίου. 
 
 
Κάμποσοι από τους ναυαγούς μπόρεσαν κολυμπώντας να φτάσουν ως την Δραπετσώνα, εκεί όμως τσακίστηκαν στα βράχια από τα πελώρια κύματα και άφησαν την τελευταία τους πνοή….Ο βασικός λόγος που υπήρξαν τόσοι πολλοί νεκροί ήταν το γεγονός ότι καθώς οι περισσότεροι βρίσκονταν στην αριστερή μεριά του πλοίου, όταν αυτό αναποδογύρισε, η τέντα του τους εγκλώβισε και δεν τους επέτρεψε να αναδυθούν στην επιφάνεια και να σωθούν.
 
Η περισυλλογή και η πάνδημος κηδεία
 
Το νέο διαδόθηκε αστραπιαία στην Αθήνα και οι συγγενείς όλων των πληρωμάτων του Στόλου έσπευσαν με αγωνία στον Πειραιά για να μάθουν αν οι συγγενείς τους ήταν ανάμεσα στους νεκρούς. Αμέσως κηρύχθηκε εθνικό πένθος για την μεγαλύτερη ναυτική τραγωδία που είχε πλήξει το Ελληνικό Ναυτικό στη σύγχρονη Ιστορία του στο καταθλιπτικό σκηνικό του πρώτου έτους μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Όλα τα εμπορικά πλοία τοποθέτησαν μεσίστιες τις σημαίες τους και έκλιναν τις κεραίες τους σε ένδειξη μεγάλου πένθους, ο Άγγλος επιτετραμμένος Μπέντινγκ μεταβίβασε τα συλλυπητήρια της Αγγλικής κυβέρνησης στον υπουργό εξωτερικών Πολίτη, ενώ οι Χατζηκυριάκος και Βούλγαρης αυθημερόν μετέβησαν στην Σαλαμίνα όπου διατάχθηκαν αυστηρές ανακρίσεις για να αποδοθούν ευθύνες για τη συμφορά. Λίγες εβδομάδες μετά, και με αφορμή ένα κίνημα που πρωταγωνίστησε, ο αντιβενιζελικός Τύπος κατηγόρησε τον ναύαρχο Ανδρέα Κολιαλέξη για τη ναυτική τραγωδία καθώς τυπικά είχε το γενικό πρόσταγμα σε όλο τον στόλο για το Σαββατοκύριακο.   
 
Την επομένη του ναυαγίου (Κυριακή 11 Μαρτίου 1923) το απόγευμα έγινε στον Άγιο Νικόλαο του Ναυστάθμου η κηδεία των 17 ανασυρθέντων, μέχρι τότε, νεκρών. Στη νεκρώσιμη ακολουθία συμμετείχε πλήθος επισήμων, μεταξύ των οποίων: ο Αρχηγός της Επανάστασης Νικόλαος Πλαστήρας, ο Μητροπολίτης Αθηνών κ. κ. Χρυσόστομος, οι Συνοδικοί Μητροπολίτες Τρίκκης, Σύρου και Ναυπακτίας, ο Υπουργός των Ναυτικών Υποναύαρχος Κ. Βούλγαρης, ο Αρχηγός του Στόλου Υποναύαρχος Χατζηκυριάκος, ο Υπασπιστής του Βασιλιά Γεωργίου κ. Κ. Ρουσσέν, ο Αρχηγός της βρετανικής αποστολής Αντιναύαρχος σερ Ώμπρεϋ Σμιθ, ακόλουθοι ξένων πρεσβειών, τα μέλη της αγγλικής ναυτικής αποστολής, τα μέλη της αγγλικής αποστολής της αστυνομίας πόλεων, ο Αρχηγός της ιταλικής αποστολής κ. Γκαρρόνι, ο Δήμαρχος Πειραιά κ. Παναγιωτόπουλος, ο Διοικητής του Ναυστάθμου Υποναύαρχος Παπαχρήστος   και οι κυβερνήτες των πολεμικών πλοίων.
 
Η συμμετοχή του κόσμου στην κηδεία ήταν μοναδική, διεκπεραιώθηκαν με ατμόπλοια από τον Πειραιά 4000-5000 κόσμος. Η Σαλαμίνα συμμετείχε σύσσωμη. Γράφει η εφημερίδα: «Σημειωτέον, ότι συγκεντρώθησαν ενταύθα επίσης εν σώματι και πάντες περίπου οι κάτοικοι της πόλεως Σαλαμίνος και οι κατοικούντες εις τα προάστεια ταύτης, Αμπελάκι, Παλούκια, Καματερό κ.λπ. ούτως ώστε ο συγκεντρωθείς κόσμος υπερέβαινε τας 8000.».