Πέμπτη 18 Απριλίου 2024 -

Αφιέρωμα στην μυθιστορηματική ζωή της Έλλη Λαμπέτη



Στις 13 Απριλίου του 1926, η Αναστασία Λούκου έφερε στον κόσμο τα δίδυμα παιδιά της. Ο γιος γεννήθηκε υγιής, όμως, το δεύτερο μωρό από τα δίδυμα αργούσε να βγει από την κοιλιά της μάνας. Μία ώρα πήρε για να δει το πρώτο φως του κόσμου, η Έλλη. Όπως ανέφερε ο Φρέντυ Γερμανός στο βιβλίο του «Έλλη Λαμπέτη» (εκδ. Καστανιώτη), για μια ώρα η ζωή της κρεμόταν από έναν αόρατο ιστό. Και όπως η ίδια είχε γράψει σε ιδιόχειρο σημείωμα, ήταν ένα λυμφατικό πιθηκάκι που φαινόταν αναποφάσιστο να ζήσει. Σαν να ’ξερε τους αμείλικτους κανόνες του παιχνιδιού που θα ’πρεπε να παίξει στα επόμενα πενήντα εφτά χρόνια.

Σχεδόν δεν ανέπνεε και οι ελπίδες για να ζήσει, έμοιαζαν λίγες. Αλλά η μικρή Ελένη Λούκου (αυτό ήταν το πραγματικό της όνομα) τους διέψευσε. Και κέρδισε την πρώτη «μάχη» για τη ζωή. Γενναία από γεννησιμιού της ήταν, λοιπόν, η εγγονή του Καπετάν-Σταμάτη, ο οποίος είχε πολεμήσει στο πλευρό του Κολοκοτρώνη, κατά την επανάσταση του 1821. Δύο χρόνια μετά τη γέννηση της, η πολύτεκνη οικογένεια του Κώστα Λούκου εγκατέλειψε τα Βίλια κι εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα, αφού η ταβέρνα δε μπορούσε να θρέψει τα 8 στόματα. Επιπλέον, η μητέρα της ήθελε τα παιδιά της να πάρουν μόρφωση και μόνο στα σχολειά της πρωτεύουσας θα μπορούσαν να είχαν την καλύτερη δυνατή.

Δεκατρία χρόνια μετά και η Έλλη κόντρα στην επιθυμία των γονιών της, αποφάσισε να γίνει ηθοποιός. Έδωσε εξετάσεις στο Εθνικό, αλλά απέτυχε. Όμως, το άφθονο ταλέντο της αναγνωρίστηκε από τη σπουδαία Μαρίκα Κοτοπούλη, η οποία την πήρε υπό την προστασία της. Στο μεταξύ, ο θείος της είχε αλλάξει το επίθετο της ανιψιάς του από Λούκου, σε Λαμπέτη από τον «Αστραπόγιαννο» του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Η πλοκή του δράματος, είχε ξεκινήσει να εκτυλίσσεται. Το 1941 πέθανε από φυματίωση ο δίδυμος αδελφός της, Τάκης. Το χτύπημα για την Έλλη ήταν δυνατό. Έχασε το άλλο της μισό. Ήταν, τότε, μόλις 15 ετών. Τον θάνατο του αδελφού της δεν τον ξεπέρασε ποτέ. Πάντα, ένιωθε τον πόνο της απουσίας του. Αλλά, τα χτυπήματα της μοίρας δε σταμάτησαν σε αυτή την απώλεια. Κατά τα Δεκεμβριανά σκοτώθηκε από αδέσποτη σφαίρα η μητέρα της. Η απώλεια την τσακίζει. Τα μεγάλα μαύρα μάτια της βυθίζονται όλο και περισσότερο στη μελαγχολία.

Στο μεταξύ, στη ζωή της είχε μπει ο έρωτας, που την ταξίδεψε σε δρόμους που δεν είχε ξαναδιαβεί. Ο πρώτος και μεγαλύτερος -κατά δική της ομολογία- έρωτάς ήταν ο Θ. Σγουρδέλης, διπλωμάτης και ποιητής που ζούσε μόνιμα στη Γαλλία και βρέθηκε στην Ελλάδα λόγω του πολέμου. Η σχέση τους ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 1943 και κράτησε λιγότερο από 2 χρόνια. «Ήμουν ένα παιδί και μέσα σε λίγες μέρες έγινα γυναίκα» είχε δηλώσει η ηθοποιός για τον άνδρα εκείνο. Για χάρη του αποφάσισε να τα παρατήσει όλα και να τον ακολουθήσει. Αλλά εκείνος στο τέλος την πρόδωσε.

Οι έρωτες της Λαμπέτη

Στις αρχές του 1943, η Λαμπέτη θα γνωρίσει τον πρώτο έρωτα της ζωής της, μια από τις πολλές θυελλώδεις σχέσεις που θα ακολουθήσουν. Είναι άλλωστε η εποχή που η Λαμπέτη ξεκινά σε όλα τα επίπεδα την νέα της, πολυτάραχη ζωή, γεμάτη από θεατρικές και κινηματογραφικές επιτυχίες και δυνατούς έρωτες. Ο νέος αυτός ονομάζεται Θεόδωρος Σγουρδέλης και είναι ένας όμορφος και πλούσιος διπλωμάτης και ποιητής που ζει μόνιμα στο Παρίσι και ο οποίος ξετρελαίνει την Έλλη. Η σχέση όμως θα τελειώσει το 1945 και η Λαμπέτη θα πραγματοποιήσει μια εντυπωσιακή επανεμφάνιση στο θέατρο, με την οποία σύντομα θα καθιερωθεί ως μια σπουδαία ηθοποιός, εξαιρετικής εσωτερικότητας.

Ο δεύτερος μεγάλος έρωτας της ζωής της, έρχεται με τον ταλαντούχο, νέο τότε ηθοποιό, Αλέκο Αλεξανδράκη. Η σχέση είναι πολύ έντονη αλλά κρατά μόνο έξι μήνες, την περίοδο δηλαδή που συνεργάζονται και στο θέατρο. Λήγει άδοξα, με την Λαμπέτη να καταφεύγει στην αγκαλιά του Μάριου Πλωρίτη, με τον οποίο έχει συνεργαστεί στην πρώτη της ταινία και με τον οποίο τελεί τον πρώτο από τους δυο συνολικά γάμους της, το 1950.  Αλλά ούτε αυτός ο γάμος θα έχει αίσια κατάληξη. Τρία χρόνια αργότερα η Λαμπέτη και ο Πλωρίτης χωρίζουν, αν και παραμένουν για πάντα πιστοί φίλοι, με τον Πλωρίτη να στέκεται στην πρώην αγαπημένη του μέχρι τα τελευταία λεπτά της ζωής της.

Αμέσως μετα έρχεται η θυελλώδη σχέση της με τον Χορν, ο οποίος είχε βρεθεί στο δρόμο της χρόνια πριν, τότε που έδωσε εξετάσεις στη Σχολή της Κοτοπούλη κι εκείνος ήταν ανάμεσα στα μέλη της επιτροπής, που ομόφωνα συμφώνησαν ότι το νεαρό κορίτσι «δεν το είχε». Και διαψεύστηκαν περίτρανα, πολύ σύντομα. Λαμπέτη και Χορν έγιναν το αγαπημένο ζευγάρι του θεάτρου, του κινηματογράφου και του κοινού. Το «θείο ζεύγος», όπως τους αποκαλούσαν. Ωστόσο, μέσα στα έξι χρόνια της σχέσης τους, οι τραγωδίες στη ζωή της Έλλης διαδέχονταν η μία την άλλη. Ωστόσο, πολλαπλοί θάνατοι στην οικογένεια της Λαμπέτη οδήγησε σε βαθιά κρίση της σχέσης τους με τον Χορν με αποτέλεσμα άλλος πρωταγωνιστής να βρεθεί στην αγκαλιά της Έλλης. Λίγο πριν χωρίσει οριστικά με τον Χορν γνώρισε στο φεστιβάλ των Καννών τον Φρεντερίκ Ουέηκμαν, ο οποίος γοητεύεται από εκείνην. Ο Αμερικανός συγγραφέας φαίνεται ότι ήταν αυτό που έψαχνε.

Παντρεύτηκαν σε χρόνο dt, ταξίδεψαν σε πολλά μέρη κι έμειναν μαζί για 16 χρόνια. Αλλά και η σχέση της αυτή, θα δεχθεί τα «χτυπήματα» της μοίρας. Η αδελφή της Φωτεινή φεύγει κι εκείνη από καρκίνο. Πλέον, η Λαμπέτη είναι σίγουρη ότι θα έχει την ίδια τύχη με τις αδελφές της. Και ο χειρότερος φόβος της παίρνει σάρκα και οστά το 1968, όταν διαγνώσθηκε και η ίδια με καρκίνο στο στήθος. Φεύγει στο εξωτερικό όπου έκανε μαστεκτομή.